Της Ρένας Δούρου, Η Αυγή της Κυριακής, 12 Αυγούστου 2012
Στη δύση του πολιτικού του βίου, ο Σιμόν Πέρες, που για χρόνια εξέφραζε την αριστερή εκδοχή της ισραηλινής πολιτικής σκηνής, αποτελεί πλέον μια… «παραφωνία», με την έννοια ότι τη στιγμή που το γειτονικό περιβάλλον του Ισραήλ αλλάζει καταλυτικά και με ραγδαίους ρυθμούς, η ίδια η χώρα συντηρητικοποιείται σε όλα τα επίπεδα
Η τριήμερη επίσκεψη, στις αρχές της εβδομάδας, του προέδρου του κράτους του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες, ήλθε ως ανταπόδοση αντίστοιχης επίσκεψης πέρσι τον Ιούλιο του Προέδρου Παπούλια σε Ισραήλ και Παλαιστινιακά εδάφη. Το γεγονός ότι τούτη την περίοδο πρόεδρος του Ισραήλ είναι ένας από τους τελευταίους ιστορικούς ηγέτες της χώρας, ο άνθρωπος του οποίου η προσωπική ιστορία αποτελεί την ενσάρκωση των περιπετειών του εβραϊκού λαού στη διάρκεια του 20ού αιώνα (γεννήθηκε το 1923 στη Λευκορωσία και μετανάστευσε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 στην, υπό βρετανική Εντολή, Παλαιστίνη), προσέδωσε στην επίσκεψη μια ιδιαίτερη υπέρ-αξία. Όλα δείχνουν ότι ο άνθρωπος που διατέλεσε υπουργός σε κρίσιμα πόστα, που σήκωσε, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 το βάρος των διαπραγματεύσεων με τον Γιάσερ Αραφάτ και που συνέβαλε στο να μπουν οι σχέσεις Ισραήλ και Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), στη βάση της αμοιβαίας αναγνώρισης, ανοίγοντας έτσι νέους ορίζοντες, δεν κοιτάζει πίσω. Ο 89χρονος Πέρες, που σε λίγες μέρες θα γιορτάσει τα γενέθλιά του, δεν αναμασά το παρελθόν αλλά φροντίζει να τονίζει στις παρεμβάσεις του ότι το μέλλον ανήκει στις νέες γενιές, επιμένοντας στην ανάγκη του εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης, ανταλλαγής τεχνογνωσίας, ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών, που μπορούν να συμβάλλουν στη μεγιστοποίηση, για παράδειγμα, της γεωργικής εκμετάλλευσης.
Ωστόσο σήμερα, στη δύση του πολιτικού του βίου, ο Σιμόν Πέρες, που για χρόνια εξέφραζε την αριστερή εκδοχή της ισραηλινής πολιτικής σκηνής, αποτελεί πλέον μια… «παραφωνία», με την έννοια ότι τη στιγμή που το γειτονικό περιβάλλον του Ισραήλ αλλάζει καταλυτικά και με ραγδαίους ρυθμούς, η ίδια η χώρα συντηρητικοποιείται σε όλα τα επίπεδα: πολιτικό, κοινωνικό και κυριότερα, ηθικό. Μοιάζει δηλαδή σαν να συμβαίνει αυτό που επεσήμανε σε συνέντευξή του, ο γνωστός συγγραφέας Ντέιβιντ Γκρόσμαν: το γεγονός της επί τέσσερις και πλέον δεκαετίες κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών, η περιφρονητική στάση του ισραηλινού στρατού έναντι των Παλαιστινίων (στοχευμένες εκτελέσεις δήθεν «τρομοκρατών», αυθαίρετες κατεδαφίσεις σπιτιών Παλαιστινίων, παράνομος πολλαπλασιασμός εβραϊκών οικισμών, ασύδοτη δράση Εβραίων εποίκων, κ.ά.), έχουν πλέον «μολύνει» βαθιά την ίδια την ισραηλινή κοινωνία… «Μπορεί να πει κανείς ότι ο τρόπος που το Ισραήλ μεταχειρίζεται τους Παλαιστινίους τα τελευταία 44 χρόνια, καθόρισε την κυβερνητική συμπεριφορά και έναντι των ίδιων των Ισραηλινών πολιτών. Δηλαδή δεν μπορεί να έχουμε αυτό το αμοραλιστικό ή διπλής ηθικής σύστημα έναντι των υπό κατοχή Παλαιστινίων και ένα εντελώς διαφορετικό έναντι των Ισραηλινών πολιτών! Στο τέλος το πρώτο διεισδύει στα δικά σου όργανα. Αυτό συνέβη και με εμάς» (Κυριακάτικη Αυγή, 14 Αυγούστου 2011).
Σήμερα οι σχέσεις Ισραήλ – Παλαιστινίων βρίσκονται σε νεκρό σημείο. Ποιον εξυπηρετεί αυτό; Σίγουρα τους ακραίους της κάθε πλευράς και βέβαια όχι την ειρήνη και τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή, η οποία πλέον έχει για τα καλά εισέλθει σε περίοδο δομικών αναταράξεων, με άγνωστη έκβαση. Η κατάρρευση των αυταρχικών καθεστώτων έφερε στο προσκήνιο ισλαμιστικά κινήματα, σε Τυνησία και Αίγυπτο – γεγονός που αλλάζει άρδην τους πάγιους σχεδιασμούς του Ισραήλ -, οι εξελίξεις για παράδειγμα σε αυτό που εξελίσσεται σε no man’s land Χερσόνησο του Σινά, είναι ενδεικτικές…
Στο μεταξύ τα μέτωπα αντί να κλείνουν, αυξάνονται. Στο ανοικτό θέμα του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης, που μέχρι σήμερα κατείχε αποκλειστική θέση στο επίκεντρο του ισραηλινού ενδιαφέροντος, ήλθε να προστεθεί, βίαια, εδώ και πάνω από 17 μήνες, η σταδιακή κατάρρευση του αλλαουϊτικού, φιλοϊρανικού καθεστώτος της Δαμασκού. Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, σήμερα το Ισραήλ είναι υπέρ της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης παράτασης του status quo, και τούτο γιατί η σύνθεση της «πολύχρωμης» αντιπολίτευσης – π.χ. η διοίκηση του «Ελεύθερου Συριακού Στρατού» βρίσκεται στην Τουρκία ενώ είναι αποδεδειγμένη η παρουσία τζιχαντιστικών στοιχείων, μέσω του σκοτεινού Μετώπου Αλ Νούσρα, καθώς κι εκείνη εκπροσώπων του κινήματος των Αδελφών Μουσουλμάνων – προκαλεί ρίγη στους Ισραηλινούς ιθύνοντες.
Είναι γνωστό το αξίωμα σύμφωνα με το οποίο, η διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής καθίσταται άκρως προβληματική από τη στιγμή που το εσωτερικό «μέτωπο», η κοινωνία δηλαδή, είναι ρηγματωμένη, παρουσιάζει βαθιά τραύματα, αμφισβητεί βαθιά την κυβέρνηση, βρίσκεται δηλαδή στην κατάσταση της σημερινής ισραηλινής κοινωνίας. Για παράδειγμα το γεγονός του πολλαπλασιασμού τον τελευταίο καιρό των αυτοπυρπολήσεων ανθρώπων που βρίσκονται σε απόγνωση, είναι ενδεικτικό των αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η ισραηλινή κοινωνία, η οποία σήμερα δεν λειτουργεί διακριτικά μόνο σε βάρος των 900 χιλιάδων ισραηλινών αράβων πολιτών της (για χρόνια πολιτών β’ κατηγορίας) αλλά και σε βάρος συνολικά των κοινωνικά αδύναμων κρίκων της: νέων, συνταξιούχων, κ.ά.
Άρα, σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε επείγει να κλείσουν τα εσωτερικά μέτωπα της ισραηλινής κοινωνίας: το κοινωνικό συμβαδίζει με την επίλυση του παλαιστινιακού. Επείγει λοιπόν η επανέναρξη του ισραηλινοπαλαιστινιακού διαλόγου για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών, στην κατεύθυνση της δημιουργίας ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, στα σύνορα πριν από τον πόλεμο του Ιουνίου του 1967, με διάλυση των εβραϊκών οικισμών, πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ και με αποδοχή του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων προσφύγων στις εστίες τους. Στο πλαίσιο των σημερινών ανακατατάξεων, αυτή η εξέλιξη είναι κρίσιμη: διαφορετικά, η άνοδος των ισλαμιστικών κομμάτων στην περιοχή, θα παρασύρει και το παλαιστινιακό κίνημα, με κίνδυνο να βρεθεί το Ισραήλ απέναντι, όχι σε έναν εταίρο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά με έναν ορκισμένο αντίπαλο της ίδιας του της ύπαρξης…