Ιθαγένεια μεταναστών: ώρα για πλήρη δικαιώματα
Του Νάσου Θεοδωρίδη, Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010
Η πιο σημαντική τομή που φαίνεται να κομίζουν οι νέες ρυθμίσεις για την απονομή ιθαγένειας σε μετανάστες/τριες συνίσταται στη ρήξη που επέρχεται στην «εθνική ταυτότητα» όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στο «συλλογικό φαντασιακό» των Ελλήνων επί πολλές δεκαετίες, λόγω μιας συστηματικής χειραγώγησης της κοινής γνώμης από παντελώς εσφαλμένες και επιστημονικά ατεκμηρίωτες αντιλήψεις περί «ιστορικής και πολιτισμικής συνέχειας».
Από την άποψη αυτή, η επικείμενη απώλεια της «μονοπωλιακής θέσης» του «δικαίου του αίματος» συνιστά, πράγματι, ένα θετικό πολιτισμικό σοκ για την κυρίαρχη εθνικιστική θεώρηση.
Αναμφίβολα, μια ενδελεχής μελέτη των προτεινόμενων λύσεων δείχνει ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο θετικά όσο φαίνονται εκ πρώτης όψεως. Οταν κατά τα προηγούμενα χρόνια όλες οι κυβερνήσεις έχουν φροντίσει με περισσό ζήλο όχι μόνο να κρατούν πεισματικά κλειστές τις στρόφιγγες της νομιμοποίησης αλλά και να διατηρούν αλώβητο εκείνο ακριβώς το θεσμικό πλαίσιο που διευκολύνει τη μετάβαση από τη νομιμότητα στην παρανομία (όπως π.χ. σύνδεση ανανέωσης άδειας διαμονής με αριθμό ενσήμων), τότε είναι φανερό ότι έχουν ήδη δημιουργηθεί όλοι οι αποτρεπτικοί όροι που θα εμποδίσουν πάρα πολλούς μετανάστες ενταγμένους στην ελληνική κοινωνία να επωφεληθούν από τις νέες ρυθμίσεις, αφού η απονομή ιθαγένειας των παιδιών τελεί σε συνάρτηση με το «νόμιμο καθεστώς» των γονέων. Πέρα από το γεγονός ότι το τυπικό στοιχείο της κατοχής ή μη μιας νόμιμης άδειας διαμονής -και μάλιστα επί πενταετία- δεν μπορεί να είναι καθοριστικό ως κριτήριο πραγματικής και ουσιαστικής ένταξης γονέων και τέκνων στην ελληνική κοινωνία, είναι ηλίου φαεινότερον ότι τα τέκνα «μη νόμιμων» γονέων υφίστανται μια έμμεση κύρωση για την οποία τα ίδια δεν φέρουν απολύτως καμία ευθύνη, όπως πιθανότατα δεν ευθύνονται ούτε καν οι γονείς, καθώς απουσιάζει επιδεικτικά ένα διαρκές σύστημα ανοιχτής διαδικασίας νομιμοποίησης που θα οδηγούσε σε βασική επίλυση προβλημάτων των μεταναστών/τριών, αλλά και της κοινωνίας υποδοχής (π.χ. επ’ ωφελεία των εσόδων του ασφαλιστικού συστήματος). Εξάλλου, υπάρχει ήδη σαφής υπαναχώρηση σε σχέση με τις προεκλογικές δεσμεύσεις, καθώς η τριετία σχολικής φοίτησης έγινε εξαετία, αποκλειστικά και μόνο προς άμβλυνση πιθανών αντιδράσεων, ενώ το δικαίωμα ψήφου χορηγείται -κυριολεκτικά με το σταγονόμετρο- σε έναν πολύ μικρό αριθμό αλλοδαπών, ενώ θα έπρεπε να δίδεται σε όλους όσοι συμπληρώνουν την πενταετία, δίχως άλλη προϋπόθεση.
Σε ό,τι αφορά την πολιτογράφηση, αν λάβει κανείς υπόψη τις νοοτροπίες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, όπως τη γνωστή μίζερη αντίληψη εθνικής περιχαράκωσης, τότε θα μπορούσε να διατυπωθεί η άποψη ότι οι νέες διατάξεις φέρνουν έναν αέρα στοιχειώδους νεωτερικότητας μέσα σε μια έρημο απολυταρχίας (π.χ. ως προς την αιτιολογία των αποφάσεων απόρριψης). Το εάν όμως θα πρέπει ή όχι να πανηγυρίζει κανείς για το θρίαμβο του «αυτονόητου» σχετίζεται αναπόφευκτα με το βαθμό ωριμότητας των γενικότερων συνθηκών. Υποστηρίζω, δηλαδή, ότι σήμερα θα ήταν απολύτως ρεαλιστική, υπό προϋποθέσεις, μια κάμψη της αρχής της απόλυτης διακριτικής ευχέρειας και εξουσίας που διαθέτει ένα κυρίαρχο κράτος ως προς την απονομή ιθαγένειας σε αλλοδαπούς πολίτες προς όφελος της αρχής του σεβασμού και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ιδίως εάν είναι ιδιαίτερα μεγάλη η χρονική διάρκεια κατά την οποία ένας αλλοδαπός έχει ζήσει στην Ελλάδα. Αυτό θα σήμαινε θέσπιση «δέσμιας αρμοδιότητας» της Διοίκησης για κατ’ αρχήν υποχρεωτική αποδοχή, εκ μέρους της, όλων των αιτήσεων κτήσης ιθαγένειας ενηλίκων μετά την πάροδο ενός μεγάλου αριθμού ετών διαμονής στη χώρα, πλην ειδικών εξαιρέσεων.
Επί του παρόντος, ας αγωνιστούμε όλοι και όλες για να διασφαλιστεί ότι την ύστατη ώρα δεν θα υπάρξουν υπαναχωρήσεις από τα ήδη εξαγγελθέντα, αλλά και για να επιτευχθούν περισσότερες και τολμηρότερες βελτιώσεις. Παράλληλα, ας απολαύσουμε τον παροξυσμό της Δεξιάς και της Άκρας Δεξιάς.
* Ο Νάσος Θεοδωρίδης είναι διευθυντής του Κέντρου Πληροφόρησης και Τεκμηρίωσης για το Ρατσισμό «ΑΝΤΙΓΟΝΗ»