fbpx

Avgi-logo

Της Ρένας Δούρου, Η Αυγή της Κυριακής, 21 Φεβρουαρίου 2010

Η πρόσφατη κρίση προκλήθηκε από την απόφαση της ΕΔΕΚ του Γιαννάκη Ομήρου, στις αρχές του μήνα, να αποχωρήσει από την κυβέρνηση του Δημήτρη Χριστόφια, καταγγέλοντάς τον (τι άλλο;) για υποχωρήσεις και παραχωρήσεις. Μια απόφαση που ο κύπριος πρόεδρος τη χαρακτήρισε “βεβιασμένη”, ενώ, αντίθετα, τη χαιρέτησαν οι απανταχού “εθνικά ασυμβίβαστοι”, εντός και εκτός Κύπρου, που θεωρούν προδοτικό τον οποιοδήποτε συμβιβασμό.
Το πρόβλημα με το Κυπριακό είναι πως, με το πέρασμα του χρόνου και καθώς τα πράγματα παραμένουν βαλτωμένα, κερδίζει έδαφος, χωρίς βέβαια να ομολογείται δημόσια, το ντε φάκτο οριστικό διαζύγιο των δύο πλευρών, μακριά από την πάγια επίσημη θέση ελλήνων και ελληνοκυπρίων, εκείνη της διζωνικής, δικοινοτικής, ανεξάρτητης ομοσπονδίας. Όσο περνά ο καιρός, τόσο κοντύτερα έρχεται η ντε φάκτο αυτή “λύση”, η οποία φαίνεται ότι βολεύει, από πρακτική (οικονομική) όσο και ιδεολογική (“εθνική”) άποψη, ουκ ολίγους.
Πρόκειται για μια “σκληρή”, εθνικιστική και εντέλει ρατσιστική τοποθέτηση, η οποία διαπερνά σαν κόκκινη κλωστή όλη τη σύγχρονη ιστορία της Μεγαλονήσου: η άποψη δηλαδή ότι οι τουρκοκύπριοι δεν είναι, δεν μπορούν να είναι ισότιμοι πολίτες του κυπριακού κράτους, αλλά είναι υπάνθρωποι, καθυστερημένοι, που δεν αξίζουν ίδια δικαιώματα με τους “επίλεκτους” ελληνοκύπριους, δηλαδή έλληνες, αφού στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης η έννοια του κυπριακού λαού είναι ανύπαρκτη. Έτσι, το πρόβλημα είναι ο Άλλος, ο «ιστορικός» εχθρός που, αν μπορούσε και αν του δινόταν η ευκαιρία, «θα μας εξαφάνιζε από το νησί». Ο Άλλος, η μη αναγνώριση του οποίου είναι ο ακρογωνιαίος λίθος όλης αυτής της προσέγγισης για πάνω από μισό αιώνα. Αυτός ο Άλλος δαιμονοποιείται συστηματικά από πολιτικούς και ΜΜΕ, και του αποδίδονται πάντα μύχιες σκέψεις, με στόχο την υπονόμευση των «εθνικών δικαίων».
Δεν θα ήταν υπερβολή, αν έλεγε κανείς ότι αυτός ακριβώς είναι ο πυρήνας της αντίληψης/ιδεολογίας που πεισματικά εμποδίζει τον όποιο συμβιβασμό (γιατί πώς αλλιώς, αν όχι με συμβιβασμό, επιλύονται μακρόχρονες διενέξεις, εκτός κι αν επιλεγεί η λύση της ένοπλης σύγκρουσης…).
Πρόκειται για ένα είδος εθνικής παθογένειας, διακομματικής προέλευσης, που στήνει μέτωπο ενάντια σε κάθε απόπειρα επίλυσης του Κυπριακού. Αν κανείς σκεφθεί τις προϋποθέσεις για τη διευκόλυνση συμβιβαστικής λύσης, όπως, π.χ., την αποφυγή διαστρέβλωσης του παρελθόντος, τον περιορισμό της αρνητικής εικόνας της άλλης πλευράς, την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο μερών, την αποδοχή ότι οι ευθύνες για τραυματικά γεγονότα του παρελθόντος βαραίνουν και τις δύο πλευρές, αντιλαμβάνεται πολύ καλά αυτή την εθνική παθογένεια.
Ωστόσο, το θέμα της εθνικής ταυτότητας κάθε άλλο παρά απλό είναι, καθώς ο πληθυσμός του νησιού κουβαλά μέσα του πολλαπλές ταυτότητες: κυπριακή, ελληνική, τουρκική, καθώς και την ιδιαίτερη τοπικιστική (π.χ. Παφίτης), οι οποίες λειτουργούν ενίοτε αρμονικά, ενίοτε ανταγωνιστικά, κι ενίοτε αντιφατικά. Εξ αυτού, όπως υποστηρίζει και ο πανεπιστημιακός Νιαζί Κιζιλγιουρέκ, και η ανάγκη διαχωρισμού της πολιτικής από την ταυτότητα, κρατώντας ίσες αποστάσεις από Τουρκία και Ελλάδα. Σύμφωνα με τον ίδιο, η δημιουργία ενός κράτους, όπου δεν θα επικρατεί η αρχή του έθνους, βοηθά στην υπέρβαση των οικονομικών, πολιτιστικών, πληθυσμιακών ανισοτήτων, μπορεί να οδηγήσει στην εξάλειψη της ανασφάλειας των ατόμων, η οποία συνιστά παράγοντα συντηρητικοποίησης.
Γιατί αξίζει τον κόπο να στηρίξουμε κάθε προσπάθεια για να δημιουργηθεί ένα κυπριακό κράτος που θα υπερβαίνει τις εθνοτικές διαχωριστικές γραμμές, να εμπιστευθούμε την κοινωνία των πολιτών και τις πολλαπλές τους ταυτότητες, να γυρίσουμε την πλάτη στην υστερία των εθνικιστικών φωνών, που επιμένουν να κοιτάζουν στο παρελθόν, δαιμονοποιώντας και θυματοποιώντας κατά βούληση. Γνωρίζω πως αυτή η προσέγγιση δεν είναι εύκολη, γνωρίζω ότι προσκρούει σε ένα σωρό εθνικιστικά στεγανά. Αλλά γνωρίζω επίσης ότι είναι η μόνη προοπτική, για να υπάρξει η Κύπρος ως γη των πολιτών της κι όχι ως προέκταση εθνικιστικών παραληρημάτων Ελλάδας και Τουρκίας.

Share This