Της Ρένας Δούρου, Δημοσιεύθηκε στο www.aixmi.gr, 20 Ιανουαρίου 2010
Η πρόσφατη πολύνεκρη επίθεση στην Αριζόνα των Ηνωμένων Πολιτειών έφερε στην επιφάνεια μερικές πτυχές της αμερικανικής πολιτικής σκηνής, τις οποίες εμείς εδώ, στην Ελλάδα επιμένουμε πεισματικά να αγνοούμε καθώς έχουμε αναγάγει σε θέσφατα όλες τις «ακλόνητες» βεβαιότητές μας (σχεδόν περί παντός επιστητού και βεβαίως περί της πολιτικής στις ΗΠΑ). Προφανώς γιατί δεν εντάσσονται στο δικό μας, τυφλό (με την έννοια της παραγνώρισης των πραγματικοτήτων) πλαίσιο ανάλυσης της πολιτικής σκηνής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αρχικώς, είναι αλήθεια, ότι είχαμε κάπως ανησυχήσει – μήπως ο Ομπάμα έφερνε κάτι το διαφορετικό στην Αμερική – αλλά μετά η καρδιά μας πήγε πάλι στη θέση της και μπορούμε να συνεχίσουμε πρεσβεύουμε άφοβα το χοντροκομμένο αντιαμερικανισμό μας. Παρότι πρόκειται για τον πρώτο μαύρο πρόεδρο των ΗΠΑ, θεωρούμε ότι ο Μπάρακ Ομπάμα «ακολουθεί τη γραμμή Μπους» εντός κι εκτός της χώρας του. Κυρίως δε εντός… Γιατί, βλέπετε, σύμφωνα με αυτή την μανιχαϊστική προσέγγιση, ο σημερινός αμερικανός πρόεδρος δεν εμφανίζει καμία διαφοροποίηση σε σχέση με τις πολιτικές των Ρεπουμπλικάνων, ακολουθεί σχεδόν τα ίχνη τους, με λίγο διαφορετικό στυλ είναι η αλήθεια… Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας δηλαδή…
Μήπως όμως έχει έλθει η ώρα να προσγειωθούμε ή, ακριβέστερα, να γειωθούμε με την υπερατλαντική πραγματικότητα; Με τα γεγονότα δηλαδή που λαμβάνουν χώρα στην πέρα του Ατλαντικού μεγάλη αυτή χώρα – καζάνι κοινωνικών συγκρούσεων και εξελίξεων; Μπορεί να μην μας ενθουσιάζει, ωστόσο σήμερα στις ΗΠΑ υπάρχουν σαφείς ταξικές διαχωριστικές γραμμές και πολιτικές ομάδες που αγωνίζονται με πάθος για την προάσπισή τους και για την επιβολή τους έναντι των άλλων.
Και η σφαγή στην Αριζόνα συγκεντρώνει σειρά χαρακτηριστικών που αποδεικνύουν του λόγου το αληθές: μπορεί δηλαδή η Γκάμπι Γκίφορντς να οπλοφορούσε και να υπερασπιζόταν τη δεύτερη Τροπολογία του Αμερικανικού Συντάγματος περί του δικαιώματος οπλοφορίας των πολιτών ωστόσο η NRA (η Εθνική Ένωση για την Οπλοκατοχή) την είχε βαθμολογήσει με… D γιατί ήταν υπέρ της «λελογισμένης» χρήσης των όπλων… Την ίδια στιγμή οι Ρεπουμπλικάνοι όπως και η ακραία εκδοχή του αμερικανικού συντηρητισμού, το Tea Party, διερύγνυαν τα ιμάτια τους υπέρ του δικαιώματος της οπλοκατοχής.
Και αυτό δεν είναι το μόνο αποκαλυπτικό στοιχείο της σφαγής της Αριζόνα: η δημοκρατική βουλευτής είχε ψηφίσει υπέρ της μεταρρύθμισης υγείας του προέδρου Ομπάμα, με μεγάλο κόστος: βανδαλισμούς στο γραφείο της, προσωπικές απειλές, βρώμικο προεκλογικό αγώνα εναντίον της στις εκλογές του Νοεμβρίου από εκπρόσωπο του Tea Party… Και δεν ήταν το μόνο μέλος του Κογκρέσου που ψήφισε τη μεταρρύθμιση και βρέθηκε στο στόχαστρο της συντηρητικής παράταξης φραστικά και όχι μόνο…
Στις ΗΠΑ σήμερα το πολιτικό σκηνικό είναι βαθιά πολωμένο, με τους Ρεπουμπλικάνους να έχουν εγκαταλείψει για τα καλά το διακομματικό πνεύμα συνεννόησης που τους διακατείχε ως τις αρχές της δεκαετίας του 1990 (και πάνω στο οποίο στηρίχθηκε τόσες φορές ο γερουσιαστής Έντουαρντ Κένεντι για να ρίξει νομοθετικές γέφυρες για θέματα όπως η υγεία ή η εκπαίδευση) και κινούνται πλέον στις παρυφές του οπισθοδρομικού ατομικισμού τη στιγμή που οι Δημοκρατικοί υπερασπίζονται στοιχειώδη συλλογικά δικαιώματα. Πρόσφατα στη στήλη του ο γνωστός αρθρογράφος των Νιού Γιόρκ Τάιμς, Πωλ Κρούγκμαν, σημείωνε, αναφερόμενος στο χάσμα που χωρίζει πλέον τις δύο παρατάξεις και που δεν αφορά μικροδιαφορές (όπως κάποιοι στη χώρα μας επιμένουν) αλλά «μια βαθιά διαφωνία σχετικά με τον ίδιο το ρόλο της κυβέρνησης»… Πράγματι, πλέον οι Ρεπουμπλικάνοι θεωρούν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση εχθρικό παράγοντα που καταδυναστεύει τον πολίτη αντί να υποτάσσεται στα συμφέροντά του. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση Ομπάμα, με δειλά βήματα, επιχειρεί συντονισμένες επεμβάσεις αναζωογόνησης της αγοράς – η αιτίαση που μπορεί να του απευθύνει κανείς είναι ότι δεν κάνει αρκετά προς αυτή την κατεύθυνση όπως ο Ρούζβελτ του Νιού Ντιλ της δεκαετίας του 1930. Κανείς πάντως δεν μπορεί να ψέξει τη σημερινή αμερικανική κυβέρνηση ότι δεν παίρνει πρωτοβουλίες, ότι δεν επιχειρεί ρυθμιστικές παρεμβάσεις στη Γουώλ Στρητ, στις τράπεζες – ακόμη και ο συμβιβασμός του Ομπάμα («συμβιβασμός» μια άκρως παρεξηγημένη λέξη για τους ελληναράδες βερμπαλιστές μας) στο θέμα της διατήρησης των φοροαπαλλαγών των υψηλών εισοδημάτων, συνοδεύτηκε από την αποδοχή από την πλευρά των Ρεπουμπλικάνων της διατήρησης των επιδοτήσεων των μακροχρόνια ανέργων και μιας σειράς άλλων ευεργετικών για την πλειοψηφία των Αμερικανών, μέτρων. Άραγε ο «εξωνημένος» συμβιβασμός (ή μήπως πρόκειται για πραγματισμό;) δεν έφερε περισσότερα αποτελέσματα από μια θεαματική σύγκρουση;
Και η Ευρώπη; Την ώρα που στις ΗΠΑ μαίνονται οι ιδεολογικές συγκρούσεις, οι ευρωπαίοι ηγέτες μοιάζουν με γερασμένα άλογα που το μόνο που αναζητούν είναι το… παχνί τους. Χωρίς ίχνος έμπνευσης, ακολουθούν τη νεοφιλελεύθερη πεπατημένη, μην τολμώντας καμία σύγκρουση. Η μόνη συνταγή τους: λιτότητα, λιτότητα, λιτότητα. Είναι άραγε αυτοί οι ηγέτες, οι Μέρκελ, Σαρκοζί, Μπερλουσκόνι και λοιποί που μας αξίζουν; Κι αν λίγη αμερικανική πόλωση περνούσε τον Ατλαντικό και τάραζε την ευρωπαϊκή μούχλα;