Της Ρένας Δούρου, Δημοσιεύθηκε στο www.aixmi.gr, 1 Απριλίου 2011
Επί δέκα ημέρες η Άγκυρα διαπραγματευόταν τη συμμετοχή της στην επιχείρηση του ΝΑΤΟ προκειμένου να διασφαλιστεί η ζώνη απαγόρευσης πτήσεων και το εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, σύμφωνα με την απόφαση 1973 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Επί δέκα ημέρες οι υπόλοιποι ηγέτες της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, και κυρίως οι αμερικανοί, προσπαθούσαν να διαβάσουν «πίσω από τις γραμμές» των δηλώσεων των κκ Ερντογάν (πρωθυπουργού), Γκιούλ (προέδρου) Νταβούτογλου (ΥΠΕΞ), Γκιονούλ (υπουργού Άμυνας) και Αρίντς (αντιπροέδρου) σχετικά με την παρουσία της Τουρκίας στη ΝΑΤοϊκή επιχείρηση. Ήταν από την αρχή φανερό ότι η Άγκυρα είχε θέσει σε κίνηση τη διπλωματική της μηχανή προκειμένου, πρώτον, να κάνει σε όλους τους νατοϊκούς της εταίρους φανερό ότι καμία επιχείρηση δεν μπορεί να αναληφθεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της (ως
γνωστόν η βορειοατλαντική συμμαχία λειτουργεί στη βάση της ομοφωνίας) και, δεύτερον, να στείλει μήνυμα στους αραβικούς λαούς της Μέσης Ανατολή ότι μπορούν να στηρίζονται πάνω της προκειμένου να επιλύσουν τα προβλήματά τους χωρίς τις επεμβάσεις του ξένου, δυτικού παράγοντα.
Στο τέλος η Τουρκία, ύστερα από εξαντλητικές διαπραγματεύσεις, έδωσε το «πράσινο φως» για την ανάληψη από το ΝΑΤΟ της διοίκησης των επιχειρήσεων για την επιβολή της ζώνης απαγόρευσης πτήσεων και της διασφάλισης του εμπάργκο, με την αποστολή από την πλευρά της, τεσσάρων φρεγατών, ενός υποβρυχίου κι ενός πλοίου υποστήριξης – όλα αυτά στο πλαίσιο της ΝΑΤΟοϊκής ναυτικής επιχείρησης. Η αποστολή αυτή των ναυτικών μονάδων καθιστά την Τουρκία τη χώρα της Συμμαχίας με τη μεγαλύτερη ναυτική συμμετοχή: συνολικά θα έχει στη νότια γεωγραφική λεκάνη της Μεσογείου να επιχειρούν περί τα 16 πολεμικά πλοία.
Έτσι, πέτυχε και τους δύο στόχους της: και έκανε αισθητή την παρουσία της στο εσωτερικό της Συμμαχίας, ως ενός μη δεδομένου εταίρου (σε αντίθεση με τη χώρα μας), και βελτίωσε την εικόνα της στον αραβικό κόσμο…
Σε ό,τι αφορά τον πρώτο της στόχο, την ώρα που ο Αραβικός Σύνδεσμος έκανε «μπρος – πίσω», ο Ταγίπ Ερντογάν παρουσίαζε σε συνεντεύξεις του με σαφήνεια τη θέση της χώρας του ενόψει της ανάληψης από το ΝΑΤΟ των επιχειρήσεων. Επικρίνοντας τη συνάντηση των συμμάχων στο Παρίσι λίγο πριν ξεκινήσουν οι γαλλο-βρετανο-αμερικανικές επιχειρήσεις στη Λιβύη, ξεκαθάρισε ότι η Άγκυρα δεν πρόκειται να πάρει μέρος σε «μαχητικές αποστολές» στη Λιβύη, υπογραμμίζοντας τη βούλησή της να συμβάλλει στην «ανθρωπιστική βοήθεια» προς το λιβυκό λαό, αιτιολογώντας τη στάση αυτή με το επιχείρημα ότι ο «ΟΗΕ έλαβε μια απόφαση για την απαγόρευση πτήσεων και την ανθρωπιστική βοήθεια». Σε αυτή την ερμηνεία της απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας θα επιμείνει ως το τέλος, καθυστερώντας την ανάληψη της διοίκησης των επιχειρήσεων από το ΝΑΤΟ και αναγκάζοντας σε υποχωρήσεις τον βασικό εταίρο – την Ουάσινγκτον. Τι είδους υποχωρήσεις; Είναι νωρίς ακόμη για να πει κανείς, ωστόσο δεν πέρασε απαρατήρητη η τηλεφωνική συνομιλία στις 21 Μαρτίου του ιδίου με τον Ομπάμα, κατά την οποία, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην ανάγκη εμπλοκής του ΝΑΤΟ για την επιβολή των αποφάσεων του ΟΗΕ… Τίποτε περισσότερο δεν διέρρευσε…
Συνδυάζοντας ρεαλισμό και αρχές ο Ερντογάν, σε διαδοχικές του συνεντεύξεις για την επίτευξη του δεύτερου στόχου της Τουρκίας, έναντι του αραβικού ακροατηρίου, θύμισε ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η βούληση των αραβικών λαών για Αλλαγή, ανάλογα όμως με τις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας. Ανέφερε ως παραδείγματα προς αποφυγήν, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, υπογραμμίζοντας ότι επιχειρήσεις όπως αυτές του ΝΑΤΟ «καταλήγουν σε κατοχή». «Η σχέση μας με τη Λιβύη δεν είναι σχέση πετρελαίου ή συμφέροντος και αυτό το ξέρουν καλά τα αδέλφια μας στη Λιβύη». Και δεν έκρυψε τις επιφυλάξεις του για το μέλλον των ΝΑΤΟϊκών επιχειρήσεων: «αν το ΝΑΤΟ αναλάβει καθήκοντα για να μοιράσει τις πηγές της Λιβύης δε θα μετάσχουμε».
Το μήνυμα προς τους αραβικούς λαούς που ζητούν μεταρρυθμίσεις είναι σαφές: η Άγκυρα στέκεται στο πλευρό τους, απορρίπτοντας παράλληλα κάθε εξωτερική επέμβαση που θυμίζει εποχές αποικιοκρατίας.Η Τουρκία, και στην περίπτωση της Λιβύης, βλέπει μακριά και επενδύει στο μέλλον. Έχοντας πλέον αναδειχθεί σε σημαντικό παίκτη στη Μέση Ανατολή, που είναι σε θέση να συνομιλεί με όλους τους παράγοντες από το Ισραήλ (κρίση λόγω πλοίων προς τη Γάζα) ως τις πετρομοναρχίες του Κόλπου, συμπεριλαμβανομένων των χωρών του Μαγκρέμπ, δίνει το σαφές της στίγμα: αυτό της αυτόνομης, δίχως υπερατλαντικούς πάτρονες, πολύμορφης πολιτικής, που δεν διστάζει να συγκρουστεί με τους δυτικούς συμμάχους της χώρας, να αναλάβει πρωτοβουλίες, όπως αυτή για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ή για διαμεσολάβηση στη Λιβύη. Η περίπτωση της τελευταίας ανέδειξε τον επιδέξιο χειρισμό της Άγκυρας: χωρίς να έρχεται σε ρήξη με τη βορειοατλαντική συμμαχία κατάφερε να αποτυπώσει τη θέλησή της για μεγαλύτερο περιθώριο δράσης έναντι των σχεδιασμών της Ουάσιγκτον, του Παρισιού ή του Λονδίνου.
Υψηλών τόνων, ενίοτε επιθετική (ακόμη και έναντι συμμάχων όπως το Ισραήλ), σταθερά προσανατολισμένη στην ενεργή παρουσία της Άγκυρας σε όλα τα μέτωπα, η εξωτερική πολιτική των Ερντογάν και Νταβούτογλου θα άξιζε να βρει μιμητές και στην από δω πλευρά του Αιγαίου.