Της Ρένας Δούρου, Ελευθεροτυπία, 4 Αυγούστου 2011
Η δίνη στην οποία έχει εισέλθει η Ευρωζώνη, και πλέον έχει καλύψει το θέμα «Ελλάδα», αφού πλέον οι πάντες έχουν αντιληφθεί, έστω και με καθυστέρηση, ότι το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό αλλά δομικό και αφορά συνολικά τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έχει τέλος. Μετά από τη χώρα μας, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, είναι πλέον φανερό ότι στο στόχαστρο των αγορών έχουν μπει η τρίτη και η τέταρτη οικονομία της Ευρωζώνης, η Ιταλία και η Ισπανία.
Θα νόμιζε κανείς ότι η αντίδραση θα ήταν άμεση και ριζοσπαστική. Κι όμως, οι ευρωπαίοι ηγέτες απλώς καλύπτονται πίσω από την απόφαση της 21ης Ιουλίου. Μια απόφαση με πολλά σκοτεινά σημεία και πασιφανή την αδυναμία της, αφού η ανάληψη βαριών ευθυνών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, EFSF, δεν συνοδεύτηκε από τα ανάλογα «πυρομαχικά», δηλαδή κεφάλαια, καθώς δεν έχει δικαίωμα να τυπώσει χρήμα.
Μάλιστα, ψηφίζοντας την απόφαση, όλοι οι ευρωπαίοι ηγέτες υπογράμμιζαν τον αποσπασματικό της χαρακτήρα, ότι δηλαδή αφορά μόνον την Ελλάδα, και συνεχίζουν να εθελοτυφλούν, μαζί με τους τεχνοκράτες των Βρυξελών, παρά τη σοβαρότητα της κατάστασης, το φαινόμενο δηλαδή της εξάπλωσης του ντόμινο σε Ιταλία, Ισπανία, αλλά οσονούπω και Γαλλία. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, κάνουν δηλώσεις όπως αυτή την Τετάρτη, 3 Αυγούστου, του προέδρου της Κομισιόν, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, σχετικά με το γεγονός ότι ο τρόπος συμπεριφοράς των αγορών έναντι της Ιταλίας και της Ισπανίας αποτελεί «αιτία βαθιάς ανησυχίας». Των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν…
Τα ιταλικά και τα ισπανικά σπρεντ έχουν πάρει την ανηφόρα, ενώ κάθε έξοδος των δύο αυτών χωρών στις αγορές καθίσταται όλο και ακριβότερη και οι πάντες συμφωνούν ότι ενδεχόμενη διάσωση της μιας ή της άλλης, ή και των δύο οικονομιών, υπερβαίνει κατά πολύ τις δυνατότητες της ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ευρωζώνης. Τελευταίο «καμπανάκι», που θα έπρεπε να βγάλει τους ευρωπαίους ηγέτες και τεχνοκράτες από τον επικίνδυνο λήθαργό τους, η έκθεση του βρετανικού think tank, του Κέντρου για Επιχειρησιακή και Οικονομική Έρευνα, που δόθηκε στη δημοσιότητα την Πέμπτη, 4 Αυγούστου, και επισημαίνει τις πολλές πιθανότητες χρεοκοπίας της Ιταλίας ενώ υποστηρίζει ότι η Ισπανία μπορεί να αποφύγει την εξέλιξη αυτή. Συγκεκριμένα, το Κέντρο θεωρεί ότι η Ιταλία μπορεί να αποφύγει την πτώχευση μόνο στην περίπτωση ενός μεγάλου άλματος ανάπτυξης (ωστόσο στο πρώτο 4μηνο φέτος η ανάπτυξή της ήταν μόλις 0.1%), παρά το γεγονός ότι η κυβέρνησή της δεσμεύτηκε να εξαλείψει το έλλειμμά της ως το 2014 και ήδη έχει εξαγγείλει πολιτική αυστηρής λιτότητας. Το Κέντρο υπολόγισε ότι το χρέος της Ιταλίας θα ανέλθει από το 128% στο 150% το 2017, με την ανάπτυξη να παραμένει στάσιμη και τις αποδόσεις των ομολόγων να συνεχίσουν να κινούνται σε επίπεδα άνω του 6%…
Με τούτα τα δεδομένα, οι ευρωπαίοι πολίτες εξακολουθούν να είναι θεατές ενός υπό εξέλιξη δράματος, με πρωταγωνιστές αφενός τους εθελοτυφλούντες ηγέτες και αφετέρου τις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης.
Η περιδίνηση που δημιουργείται και οι τριγμοί που προκαλούνται, στο πλαίσιο ενός διεθνούς περιβάλλοντος όπου η ύφεση δεν είναι μακριά (η αμερικανική οικονομία σε πτώση, «ξεφούσκωμα» της κινεζικής ανάπτυξης, στροφή των επενδυτών σε σταθερές αξίες όπως ο χρυσός ή το ελβετικό φράγκο), είναι φανερό ότι απαιτούν τολμηρές, ριζοσπαστικές αποφάσεις. Αποφάσεις που να υπερβαίνουν το σημερινό, χρεοκοπημένο μοντέλο στο οποίο στηρίζεται η Ευρωζώνη.
Αποφάσεις που θα δίνουν επιτέλους έμφαση σε γενναία μέτρα ανάπτυξης και όχι λιτότητας που οδηγεί σε βαθιά ύφεση. Αποφάσεις που θα δίνουν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μια άλλη αποστολή, αυτή του ενισχύειν τις δημόσιες επενδύσεις (και όχι μόνο τις ιδιωτικές τράπεζες, όπως συμβαίνει σήμερα) για τη δημιουργία θέσεων εργασίας καθώς και της απορρόφησης μέρους των εθνικών δημόσιων χρεών. Το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ) έχει προτείνει, μέσω του νέου θεσμού τού δημοψηφίσματος εντός της ΕΕ, την ίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου για την κοινωνική ανάπτυξη και την αλληλεγγύη, στον αντίποδα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Σταθερότητας, που στόχο θα έχει τον αφοπλισμό των κερδοσκόπων και την απελευθέρωση των δημοσίων επενδύσεων από τις αγορές.
Αλλά οι προτάσεις για τη μεταρρύθμιση της ΕΚΤ δεν ακούγονται μόνο από αριστερούς «αιρετικούς» μα και από εφημερίδες όπως οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς: «Για να σταματήσει η κρίση χρειάζεται ριζική αναθεώρηση των θεσμών της ευρωζώνης. Το πιο σημαντικό σημείο αυτής της αναθεώρησης, όμως, είναι να αναλάβει η ΕΚΤ πλήρη ευθύνη ως έσχατος πιστωτής και για την αγορά κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης. Χωρίς αυτόν τον παράγοντα, οι αγορές δεν θα σταθεροποιηθούν και η κρίση θα λάβει διαστάσεις πανδημίας» έγραφε πρόσφατα ο αρθρογράφος τους, Paul de Grauwe.
Οι ημέρες που βιώνουμε είναι κρίσιμες. Η Ευρωζώνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά χρειάζονται επανίδρυση. Όπως όμως η «ελευθερία χρειάζεται αρετή και τόλμη», τα ίδια χαρακτηριστικά χρειάζεται να επιδείξουν οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες, για να θέσουν σε ριζικά νέες βάσεις το εγχείρημα της ευρωοικοδόμησης, με τους λαούς και το σεβασμό των δημοκρατικών και κοινωνικών τους δικαιωμάτων στο επίκεντρο. Ειδάλλως η ΕΕ, κι όχι μόνο το ευρώ, μετράνε ώρες…