Η Ρένα Δούρου, μέλος της Π.Γ. του Συνασπισμού και υπεύθυνη Ευρωπαϊκής Πολιτικής, σε συνέντευξή της στο Ράδιο 9 και τον δημοσιογράφο Θοδωρή Βγενή, τόνισε μεταξύ άλλων, αναφερόμενη στις διεργασίες για σχηματισμό μεταβατικής κυβέρνησης:
«Η όποια κυβέρνηση συνεργασίας, προσωρινή, εθνικής σωτηρίας, ενότητας ή όπως ονομαστεί τελικά, θα έχει τα εξής χαρακτηριστικά: θα είναι μιαμνημονιακή κυβέρνηση, δηλαδή κυβέρνηση εφαρμογής των όσων επιτάσσει η Τρόικα και το ΔΝΤ και παράλληλα θα πρόκειται για αντισυνταγματική κυβέρνηση που θα κινείται στην τροχιά της συνταγματικής εκτροπής. Γιατί ποιος τελικά θα πάρει ανάσα από το σχηματισμό αυτής της κυβέρνησης: όχι οι έλληνες και οι ελληνίδες αλλά το πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό που ακριβώς δημιούργησαν τη σημερινή οικονομική κρίση, η οποία πλέον έχει μετατραπεί σε κρίση Δημοκρατίας, από τη στιγμή που αποκλείεται η όποια δημοκρατική έκφραση των πολιτών, δηλαδή τις εκλογές».
Για τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ:
«Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι στείρα αντιπολιτευτική, καταγγελτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και πολλούς μήνες έχει ζητήσει εκλογές. Όχι για να δούμε πόσο αυξήθηκαν τα ποσοστά μας αλλά γιατί από την πρώτη στιγμή που ο κ. Παπανδρέου έφερνε στη χώρα το ΔΝΤ, είχαμε σειρά αποφάσεων, όπως για παράδειγμα αυτή σύμφωνα με την οποία ο υπουργός Οικονομικών λαμβάνει αποφάσεις σε διμερές ή διεθνές επίπεδο χωρίς αυτές να περνούν από τη Βουλή ενώ οι πολίτες υφιστάμεθα τραγικές συνέπειες των αποφάσεων αυτών στη ζωή μας. Όλη αυτή η κατάσταση πάσχει από έλλειψη λαϊκής νομιμοποίησης. Ακόμη και οι ψηφοφόροι που πείστηκαν προεκλογικά από τις υποσχέσεις του κ. Παπανδρέου και ψήφισαν στη βάση του «λεφτά υπάρχουν», δεν έδωσαν καμία νομιμοποίηση στον πρωθυπουργό να χειρίζεται με αυτόν τον τρόπο τις τύχες μας».
Για τη στάση των κ.κ. Σαμαρά, Καρατζαφέρη:
«Παράλληλα η στάση του κ. Σαμαρά, με τη στροφή 180 μοιρών που έκανε, αποδεχόμενος τη δανειακή σύμβαση, την οποία μέχρι πρότινος κατήγγειλε ως αντισυνταγματική, ως απειλή για την εθνική κυριαρχία και τα εργασιακά δικαιώματα, αποδεικνύει ότι η πραγματική του στόχευση ήταν να ανοίξει ο δρόμος για την πρωθυπουργία, είτε άμεσα είτε στο άμεσο μέλλον.
Κι από κοντά και ο κ. Καρατζαφέρης που από δεκανίκι της μνημονιακής πολιτικής, θυμήθηκε ότι οι Παπανδρέου και Σαμαράς ζουν στον ‘αστερισμό της παράνοιας’, αλλά που παρά ταύτα μάλλον θα στηρίξει μια μεταβατική κυβέρνηση, προφανώς προσδοκώντας μεγαλύτερα εκλογικά οφέλη από εκείνα που του απέφερε η μνημονιακή γραμμή του».
Για όσους υποστηρίζουν την ανάγκη διαλόγου μεταξύ όλων των κομμάτων για διέξοδο από την κρίση:
«Πέρα από την οικονομική, κοινωνική κρίση και την κρίση δημοκρατίας και θεσμών, έχουμε πλέον και κρίση κοινής λογικής. Γιατί αυτό το «όλοι μαζί», κατά το «όλοι μαζί τα φάγαμε», δεν μπορεί να υπάρξει γιατί τα συμφέροντά μας αποκλίνουν. Τα δικά μας συμφέροντα δεν συμπίπτουν με εκείνα των ιδιοκτητών τραπεζών, τους οποίους έχει επιλέξει να στηρίξει ο πρωθυπουργός. Δεύτερον, το «όλοι μαζί» στο πλαίσιο εθνικής ενότητας στερείται λαϊκής νομιμοποίησης, καθώς δεν έχουν ερωτηθεί οι πολίτες για τους τελευταίους τακτικισμούς και τις μπλόφες. Κι επειδή η οργή του κόσμου μπορεί να εκτραπεί κι επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δύναμη ευθύνης, όλη η κατάσταση πρέπει να οδηγηθεί στην ομαλότητα, δηλαδή τις εκλογές.
Οι εκλογές τον Ιούνιο κατά τον κ. Παπανδρέου είχαν έναν τεράστιο κίνδυνο: ότι θα επέτειναν την οικονομική κρίση. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί το δημοψήφισμα δεν θα επέτεινε την κρίση. Και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μια μεταβατική κυβέρνηση ή μια αυτοδύναμη αδύναμη κυβέρνηση μπορεί να λύσει τα προβλήματα. Αν λοιπόν αναζητούμε τις συγκλίσεις, ας κάνουμε εκλογές με απλή αναλογική, έτσι ώστε κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα να μην αποσπάσει αυτοδυναμία, και τότε επί προγραμματικών συγκλίσεων και όχι τακτικισμών, να δώσουμε λύσεις».
Για τη δανειακή σύμβαση που προβλέπει χρήματα για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών αλλά τίποτε για τους πολίτες:
«Γίνεται συστηματική προσπάθεια από κάποια ΜΜΕ αλλά και από την κυβέρνηση, τη ΝΔ, το ΛΑΟΣ να εμφανιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως δύναμη άρνησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζει ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη αλλά υπογραμμίζει ότι αυτό δεν συνέβη από τη μια μέρα στην άλλη και αποδίδει ευθύνες. Θα μπορούσε δηλαδή να είχε αποσοβηθεί μέρος της τραγικής κατάστασης αν σε όλη τη διάρκεια της κρίσης ο πρωθυπουργός είχε δράσει διαφορετικά.
Δεν υπάρχουν λόγοι να επιχαίρουμε για τη δανειακή σύμβαση. Γιατί ενώ έχει μετρήσει τι μπορεί να ωφελήσει εντός της κρίσης τους τραπεζίτες, δεν έχει μετρήσει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, γιατί δεν πρόκειται για θέμα αποκλειστικό της ελληνικής κοινωνίας. Η σύμβαση δηλαδή δεν έχει μετρήσει και αδιαφορεί για τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, για τη ρευστοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Κι έχει δε συνομολογηθεί ότι το δημόσιο χρέος, θα είναι το 2020 στο 120% του ΑΕΠ μας, δηλαδή σε μη βιώσιμο επίπεδο, και τούτο σημαίνει και νέους κύκλους λιτότητας. Όποιος λοιπόν πανηγυρίζει για τη σύμβαση αυτή προσβάλλει τη νοημοσύνη μας. Ο κ. Παπανδρέου και ευρωηγεσίες μεταξύ των τραπεζών και των κοινωνιών, έχουν επιλέξει τις τράπεζες, μεταξύ των αγορών και των ευρωπαίων πολιτών, έχουν επιλέξει τις αγορές».