Της Ρένας Δούρου
Όχι στην «εφημερίδα των πιστωτών». Γιατί έτσι θέλουν κάποιοι /ες να μετατρέψουν την πάλαι ποτέ εφημερίδα των συντακτών, την Ελευθεροτυπία, ύστερα από την πρόθεση της διοίκησής της για προσφυγή στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, µια ανάσα δηλαδή πριν από την πτώχευση, την έσχατη επιλογή πριν να πέσουν οι «τίτλοι τέλους» για την ιστορική εφημερίδα. Ύστερα από την εξέλιξη αυτή οι εργαζόμενοι «αποφάσισαν παμψηφεί, να προχωρήσουν άμεσα, από την Πέμπτη 22/12, στην κήρυξη επαναλαμβανόμενων 48ωρων απεργιών, έως ότου πάρουν τα δεδουλευμένα τους», όπως σημειώνουν οι ίδιοι στο σημείωμά τους.
Είναι γνωστή η φράση του Χέγκελ ότι η πρωινή προσευχή έχει αντικατασταθεί από την ανάγνωση της εφημερίδας. Και πράγματι, ακόμη και σήμερα την ψηφιακή εποχή ενημέρωσης κι εκείνη των δικτύων τύπου FaceBook και Twitter, η συνήθεια αυτή (μαζί με τη διαδικτυακή έκδοσή της τα τελευταία χρόνια) έχει γίνει απαραίτητη, ζωτική και αδιαπραγμάτευτη. Η Ελευθεροτυπία για μένα, όπως και για τους χιλιάδες άλλους αναγνώστες της, ήταν και ελπίζω ειλικρινά ότι θα συνεχίσει να είναι, μια συνήθεια ζωής, ένα αντανακλαστικό ενημέρωσης, ένα δεδομένο στοιχείο της καθημερινότητας.
Γνώριζα τα σοβαρά προβλήματα της εφημερίδας από τον Ιούνιο και ύστερα. Διάβασα το ενημερωτικό σημείωμα των εργαζομένων στο φύλλο της Πέμπτης, 22 Δεκεμβρίου.
Στην κρισιμότερη περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, σε μια περίοδο που ούτε λίγο ούτε πολύ διακυβεύεται το μέλλον των επόμενων γενιών, σήμερα που όσο ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη ανεξάρτητες φωνές ενημέρωσης και άποψης, όπως αυτή της Ελευθεροτυπίας, η τελευταία βρίσκεται στο επίκεντρο μιας κρίσης που απειλεί την ίδια τη συνέχιση της έκδοσής της. Αυτό που έμοιαζε να είναι ένα συγκυριακό πρόβλημα πληρωμής στα τέλη Ιουνίου, πήρε διαστάσεις, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να παραμένουν απλήρωτοι από τον Αύγουστο, συνεχίζοντας ωστόσο να εργάζονται για την έκδοση του φύλλου. Και μόλις το Νοέμβριο, αφού επέδειξαν τεράστια υπομονή, ξεκίνησαν τις απεργιακές τους κινητοποιήσεις, οι οποίες κορυφώνονται τώρα.
Κανείς δημοκρατικός πολίτης δεν μπορεί να διανοηθεί ότι θα κλείσει η Ελευθεροτυπία, ότι θα πάψει να ακούγεται η διαφορετική, αιρετική της φωνή, ότι θα πάψει, έτσι απότομα, η συμβολή της στο δημόσιο διάλογο, σε μια στιγμή που ακριβώς η χώρα έχει ανάγκη όλων εκείνων των φωνών που μπορούν να συμβάλλουν στην άρθρωση ενός προβληματισμού που πόρρω απέχει από τα κατεστημένα. Με τα θετικά της και τα αρνητικά της, όπως συμβαίνει σε κάθε έντυπο γνώμης, η Ελευθεροτυπία αποτελεί από την ίδρυσή της, το καλοκαίρι του 1975 σταθερό σημείο αναφοράς του δημόσιου διαλόγου. Η ελληνική κοινωνία δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει αυτή τη φωνή. Όπως άλλωστε δεν έχει την πολυτέλεια να βλέπει κανάλια και εφημερίδες να κλείνουν, όπως συμβαίνει σήμερα (Αλτερ, Απογευματινή, Βήμα, κ.α.).
Οι εργαζόμενοι της «Ε» επωμίζονται τούτες τις μέρες έναν βαρύ διπλό ρόλο: όχι μόνο να κρατήσουν στη ζωή έναν ιστορικό τίτλο αλλά και να κερδίσουν ένα στοίχημα δημοκρατίας! Ας είμαστε στο πλευρό τους με κάθε τρόπο. Για την ελευθεροτυπία, για την ελεύθερη έκφραση, για τη δημοκρατία.