Της Ρένας Δούρου, Η Αυγή της Κυριακής, 18 Μαρτίου 2012
Διπλά εποικοδομητική ήταν η πρόσφατη επίσκεψη στην Κύπρο της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ, με επικεφαλής τον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας Αλέξη Τσίπρα. Και εννοώ ότι για άλλη μια φορά, μέσα από τις συναντήσεις που είχαμε τόσο με τον πρόεδρο Χριστόφια όσο και τους αρχηγούς των υπολοίπων κομμάτων, διαφάνηκε το πώς μπορεί μια χώρα, έστω μικρή γεωγραφικά, να ασκήσει ουσιαστικά μεγάλη πολιτική.
Πράγματι, η Κυπριακή Δημοκρατία έδειξε το πώς μπορεί μια χώρα που αντιμετωπίζει σοβαρή κρίση χρέους να επιλέξει συμφέρουσες για την κοινωνία λύσεις, οι οποίες δεν πρέπει υποχρεωτικά να περνάνε μέσα από το ΔΝΤ ή μέσα από την πρέσα του μηχανισμού της τρόικας, με ό,τι καταστροφικό συνεπάγονται αυτές οι επιλογές, τις τραγικές συνέπειες των οποίων ζούμε σήμερα εμείς στην Ελλάδα. «Χάρη» στον Γιώργο Παπανδρέου, τον Λουκά Παπαδήμο, τον Αντώνη Σαμαρά. Το παράδειγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί έμπρακτη απόδειξη ότι υπήρχε άλλος δρόμος, ότι η μέγγενη των δανειστών δεν ήταν μονόδρομος. Εκείνο που είναι μονόδρομος για μια διαφορετική πολιτική είναι η ύπαρξη ή μη ύπαρξη πολιτικής βούλησης! Αυτήν ακριβώς που δεν διαθέτει η πολιτική ηγεσία στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα το 1 εκατομμύριο ανέργους, το 7,5% ύφεση, το κοινωνικό ολοκαύτωμα…
Δεύτερο «μάθημα» που παραδίδει η «μικρή», αλλά ουσιαστικά μεγάλη και υπεύθυνη Κυπριακή Δημοκρατία, παρά το πρόβλημα της τουρκικής κατοχής που αντιμετωπίζει εδώ και τόσες δεκαετίες. Ο τρόπος χειρισμού των θεμάτων στον ενεργειακό τομέα στην νοτιοανατολική λεκάνη της Μεσογείου, η οποία πλέον, μετά από τις πρόσφατες εξελίξεις, αποκτά ύψιστη στρατηγική σημασία λόγω των ενεργειακών οδών. Μέχρι σήμερα ο χειρισμός του θέματος της ΑΟΖ εκ μέρους της Λευκωσίας είναι αψεγάδιαστος: σέβεται το διεθνές δίκαιο, προωθώντας παράλληλα τα ενεργειακά συμφέροντα της χώρας σε ένα πλαίσιο ειρήνης και ενότητας του συνόλου του κυπριακού λαού, αφήνοντας εκτεθειμένη την Τουρκία, η οποία καταφεύγει στα γνωστά της μέσα: τις απειλές και την ψευδολογία.
Στο σημείο τούτο πρέπει να είμαστε σαφείς αναφορικά με την Ελλάδα: η ύπαρξη μεγάλων ενεργειακών κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, πρώτον, δεν μπορεί να αποτελέσει πανάκεια για την επίλυση των σοβαρών δομικών, οικονομικών προβλημάτων και δεύτερον, μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά, με την έννοια ότι ορισμένοι μπαίνουν στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουν την ύπαρξη των κοιτασμάτων αυτών προκειμένου να ασκηθεί πολιτική κοντόφθαλμου επιθετικού ρεβανσισμού, με άξονες τον ανέξοδο λαϊκισμό και εθνικισμό. Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος, έχουν κυρίαρχο δικαίωμα, στη βάση του σεβασμού του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, να αξιοποιήσουν αυτόν τον ορυκτό πλούτο. Ο εύκολος, αλλά με επικίνδυνες συνέπειες δρόμος, είναι η μονομερής ανακήρυξη ΑΟΖ. Ο δρόμος της υπεύθυνης, μεθοδικής και στηριζόμενης σε μακρόπνοο στρατηγικό σχεδιασμό πολιτικής, είναι η σύμφωνη, μέσω διαπραγματεύσεων με τις γειτονικές χώρες, οριοθέτηση της ΑΟΖ. Τα μέχρι τώρα δείγματα του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που βλέπει να συνεχίζεται η περικοπή των πόρων του (0,17% του προϋπολογισμού, ας μην το ξεχνάμε), δεν είναι ενθαρρυντικά. Έρχεται έτσι ξανά στο προσκήνιο το πάγιο αίτημα για δραστήρια και πολύπλευρη εξωτερική πολιτική, που δεν θα ευθυγραμμίζεται με τα προτάγματα των ΗΠΑ ή του ΝΑΤΟ, για να επιλέξει τον προσανατολισμό της ή, το χειρότερο, να στηριχθεί σε αυτά, προκειμένου να προχωρήσει σε πανάκριβες εξοπλιστικές αγορές, οι οποίες εν κατακλείδι δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της εξωτερικής μας πολιτικής…
Οι μεγαλοστομίες περί «εθνικών λύσεων», «μετώπων» και άλλων αμφιβόλου περιεχομένου «εθνικών ανατάξεων», πέραν της κενότητας του περιεχομένου τους, εμπεριέχουν μια συγκρουσιακή λογική άκρως επικίνδυνη στους ραγδαία μεταβαλλόμενους καιρούς που βιώνουμε.