Της Ρένας Δούρου, Η Αυγή της Κυριακής, “Αναγνώσεις”, 22 Απριλίου 2012
MELEK FIRAT, Οι ΤουρκοΕλληνικές Σχέσεις και το Κυπριακό, επιμέλεια Αλέξης Ηρακλείδης, Εκδόσεις: Ι. Σιδέρης, σελ. 366
Μπορεί η Ελλάδα και η Τουρκία να έχουν αρκετά χιλιόμετρα και ναυτικά μίλια κοινών συνόρων, μπορεί η ιστορία της μίας χώρας να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με εκείνη της άλλης, μπορεί οι δύο λαοί να έχουν σοβαρές ομοιότητες στα ήθη και τα έθιμά τους (είτε είναι πολιτισμικά είτε έχουν να κάνουν με τις νοοτροπίες), ωστόσο δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι το επίπεδο των σχέσεων των δύο κρατών χαρακτηρίζεται από τη συστηματική προβολή και επανάληψη στερεοτύπων, τα οποία το μόνο που κάνουν είναι να τροφοδοτούν επιθετικές συμπεριφορές απόρριψης. Μπορεί επίσης οι σχέσεις των δύο χωρών από το 1999 να έχουν εισέλθει σε μια νέα τροχιά συνεννόησης, ύστερα από τη στροφή 180 μοιρών στη σύνοδο κορυφής του Ελσίνκι της ελληνικής διπλωματίας και της άρσης του βέτο κατά της υποψηφιότητας της γείτονος για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ωστόσο είναι φανερό ότι μένουν πολλά ακόμη να γίνουν, προκειμένου αυτές να εξομαλυνθούν πλήρως, υπερβαίνοντας κλισέ και στερεότυπα δεκαετιών.
Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία αλληλοκατανόησης των δύο πλευρών (των συμφερόντων τους, των δομών και των τρόπων λειτουργίας των κρατικών τους μηχανισμών, των νοοτροπιών που πρυτανεύουν στα κέντρα εξουσίας κατά τη λήψη των αποφάσεων ένθεν κακείθεν, κοκ) μπορεί να παίξει η πανεπιστημιακή κοινότητα: καθηγητές, ερευνητές, μελετητές, φοιτητές μπορούν να ρίξουν γέφυρες όχι ευκολίας ή συγκυρίας αλλά ουσίας και εμβάθυνσης, ούτως ώστε να υποχωρήσουν η (αρκετές φορές ηθελημένη) άγνοια και τα στερεότυπα.
Στην κατεύθυνση αυτή κινείται το βιβλίο που οι εκδόσεις Ι. Σιδέρη προσφέρουν στους έλληνες αναγνώστες, της Μελέκ Φιράτ, καθηγήτριας στο Τμήμα Διεθνών Σχέσεων του πανεπιστημίου της Άγκυρας, με εξειδίκευση στην τουρκική εξωτερική πολιτική και έμφαση στο Κυπριακό και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η τυπική ιδιαιτερότητα του βιβλίου έγκειται στο γεγονός ότι πρόκειται για τη μετάφραση των τμημάτων που συνέγραψε η Φιράτ για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό στο πλαίσιο της δίτομης μελέτης με τον τίτλο «Τουρκική εξωτερική πολιτική», του διεθνολόγου και πολιτικού επιστήμονα, Μπασκίν Οράν, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο παν/μιο της Άγκυρας. Το έργο αυτό προορίζεται να εισαγάγει τούρκους φοιτητές και επιστήμονες στην τουρκική εξωτερική πολιτική και θεωρείται mainstream έργο στην τουρκική βιβλιογραφία, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι ακολουθεί την πεπατημένη, δηλαδή την αναπαραγωγή της εθνοκεντρικής οπτικής.
Πολύ συχνά στην Ιστορία, η συγκρουσιακή διασταύρωση των τυχών δύο λαών, καταλήγει σε εκ διαμέτρου αντίθετες αναγνώσεις των γεγονότων. Για παράδειγμα, η επέτειος ίδρυσης του ισραηλινού κράτους, μετά από τον πόλεμο του 1948, συνιστά την «Νάκμπα» (την «Καταστροφή») για τους Παλαιστίνιους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, καταφεύγοντας ως πρόσφυγες στις γειτονικές αραβικές χώρες (Ιορδανία, Λίβανο, Αίγυπτο). Το αφετηριακό δηλαδή γεγονός της ίδρυσης κράτους, της υλοποίησης ενός ονείρου του σιωνιστικού κινήματος σηματοδοτεί την ακύρωση του αντίστοιχου ονείρου των γηγενών της ιστορικής Παλαιστίνης. Και μόλις στη δεκαετία του 1990, μια νέα γενιά ιστορικών στο Ισραήλ ξεκίνησε μια επώδυνη διαδικασία αναθεώρησης της επίσημης ιστορικής εκδοχής ίδρυσης του ισραηλινού κράτους, η οποία συστηματικά αγνοεί τους Παλαιστίνιους (π.χ. ο Ilan Pappe στο ιστορικό πλέον έργο του The making of the arab – Israeli conflict, I.B. Tauris, 1992) – μια διαδικασία που συνεχίζεται ως σήμερα.
Το έργο της Φιράτ συντελεί στην ίδια κατεύθυνση, εκείνη του «περάσματος στην άλλη πλευρά», με την έννοια της συμβολής σε γνώσεις που αλλάζουν άρδην την εικόνα που έχουμε για σειρά πραγμάτων, που τα θεωρούμε δεδομένα. Για παράδειγμα, φέρνει στη δημοσιότητα την αντίδραση του Οζάλ στις πιέσεις του Ντενκτάς για την ανακήρυξη του τουρκοκυπριακού κράτους, αναδεικνύοντας έτσι την ύπαρξη ρηγματώσεων στην τουρκική πλευρά, μακριά από τη στερεοτυπική μονολιθικότητα.
Και στις δύο πλευρές, υφίστανται αντίστοιχα… «τοτέμ», που λειτουργούν ως οιονεί πυξίδες της εξωτερικής τους πολιτικής και βέβαια αναπαραγωγής στερεοτύπων. Στη μεν χώρα μας η «σταθερά» αυτή ονομάζεται «εξ Ανατολών κίνδυνος» και αναφέρεται στη γονιδιακή σχεδόν επιθετικότητα και επεκτατικότητα της Τουρκίας, ενώ στη γείτονα το «τοτέμ» είναι το «Εθνικό Σύμφωνο», η διακήρυξη δηλαδή του 1920 για εδαφική ακεραιότητα και εθνική ανεξαρτησία, με οριοθέτηση των εδαφών κυρίως στην Ανατολία της Μικράς Ασίας. Κατ’ επέκταση, σύμφωνα με την τουρκική πλευρά, η ελληνική εξωτερική πολιτική εδράζεται στη λογική της «Μεγάλης Ιδέας». «Πώς, ακόμη, είναι δυνατόν να ισχύει μια αντίληψη περί εξωτερικής πολιτικής που εδράζεται στη Μεγάλη Ιδέα, της οποίας το θεωρητικό πλαίσιο λογικής θεμελιώθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα;», θέτει εύλογα το ερώτημα η συγγραφέας, η οποία προχωρά σε μια συνοπτική περιγραφή των ελληνοτουρκικών σχέσεων από το 1919, χρονιά δημιουργίας του τουρκικού έθνους με τον πόλεμο ανεξαρτησίας κατά του ελληνικού κράτους, έως το 1999, όταν ξεκινά ένα νέο κεφάλαιο προσέγγισης των δύο πλευρών. Η Φιράτ τονίζει τη σημασία της χρήσης της Ελλάδας ως του «Άλλου» έναντι του οποίου οικοδομείται το τουρκικό έθνος, ξεχωρίζει την «ανεπανάληπτη» φιλία Ατατούρκ-Βενιζέλου και παρατηρεί ότι Τουρκία και Ελλάδα, σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα συνυπήρξαν μέσα από την αντιπαλότητά τους στο δυτικό στρατόπεδο, είτε αυτό ήταν η Ευρώπη, είτε οι ΗΠΑ.
Η παράμετρος των ελληνοτουρκικών σχέσεων που αφορά στον παράγοντα που ονομάζεται Ευρωπαϊκή Ένωση, και που έχει λειτουργήσει θετικά ως προς τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές δομές των δύο χωρών, θα βρεθεί άμεσα στο προσκήνιο με την ανάληψη από την 1η Ιουλίου της προεδρίας της ΕΕ από την Κυπριακή Δημοκρατία, με την Άγκυρα να επιχειρεί να καταστήσει την ημερομηνία αυτή κομβική για την επίλυση του Κυπριακού και διεθνή αναγνώριση των κατεχομένων – κάτι που απορρίπτει κατηγορηματικά η κυπριακή πλευρά. Θα καταφέρει η δυναμική της ΕΕ, που σήμερα γνωρίζει μια άνευ προηγουμένου κρίση που υπερβαίνει το οικονομικό πλαίσιο, να λειτουργήσει προωθητικά, προκειμένου το Κυπριακό να χειραφετηθεί από τον ασφυκτικό εναγκαλιασμό των «μητέρων πατρίδων» που μόνο δεινά έχουν επιφέρει;
Το βιβλίο της Μελέκ Φιράτ δεν δίνει πολιτικές απαντήσεις, είναι όμως ένα εξόχως πολιτικό βιβλίο, καθώς εγγράφεται σε μια παράδοση κατά των ταμπού και των «τοτέμ» της εξωτερικής πολιτικής Τουρκίας και Ελλάδας, συμβάλλοντας έτσι στη διάρρηξη των στερεοτύπων που αναπαράγουν μια συγκρουσιακή άποψη για τις σχέσεις δύο γειτονικών χωρών, οι οποίες ορισμένες φορές ενεργούν σαν να τις χωρίζει άβυσσος.