Της Ρένας Δούρου, Δημοσιεύθηκε στο Modern Diplomacy / www.presscode.gr, 30 Μαΐου 2012
Στο σημερινό πολυπολικό διεθνές σκηνικό, με τις ΗΠΑ να χάνουν διαρκώς έδαφος έναντι των αναδυόμενων BRICS (Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας, Κίνας και Νοτίου Αφρικής), μια ιδιαίτερη περίπτωση κράτους κάνει αισθητή την παρουσία του, κινούμενο περίτεχνα ανάμεσα σε λεπτές γεωστρατηγικές ισορροπίες και τεράστιες οικονομικές επενδύσεις. Οι τελευταίες μάλιστα στην υπηρεσία ενός σύνθετου και πολυεπίπεδου διπλωματικού παιχνιδιού.
Πρόκειται για το Κατάρ που από το 1995, όταν ο σημερινός σείχης Χαμάντ Μπεν Καλίφα Αλ Θάνι, απομάκρυνε από την εξουσία, με μια «βελούδινη» ανατροπή τον μονάρχη πατέρα του, έχει ξεκινήσει μια διαδικασία εκσυγχρονισμού της μικροσκοπικής χώρας, η οποία ασκεί πλέον, στο διεθνές στερέωμα, έναν ρόλο αντιστρόφως ανάλογο της έκτασής της…
«Το Κατάρ αγοράζει τον κόσμο», αυτός είναι ένας συχνός τίτλος ξένων εντύπων τον τελευταίο καιρό. Και πράγματι: ο κατάλογος των επενδύσεων του Κατάρ (σε ακίνητα, σε ορυκτό πλούτο, κ.α.) σε όλο τον πλανήτη προκαλεί ίλιγγο: από την Ευρώπη ως τη Λατινική Αμερική, από την Αφρική ως την Αυστραλία, την Κίνα και την Κεντρική Ασία, τα δολάρια των επενδύσεων της μοναρχίας του Κατάρ πέφτουν βροχή αλλά όχι τυφλά, στο πλαίσιο μιας επεξεργασμένης οικονομικής διπλωματίας, η οποία στόχο έχει, καταρχήν, την εδραίωση του Κατάρ στον Αραβικό κόσμο. Μέχρι στιγμής ο εμίρης Καλίφα Αλ Θάνι, που λαμβάνει τις κρατικές αποφάσεις σε στενό κύκλο (που αποτελείται, πέραν του ιδίου, από τον γιο του Ταμίμ, μία από τις συζύγους του και τον πρωθυπουργό) έχει καταφέρει ένα μικρό θαύμα: να κρατάει σε ίσες αποστάσεις τις δύο χώρες που αποτελούν δυνητικές απειλές για το Κατάρ – δηλαδή την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν και τη Σαουδαραβική μοναρχία –, διατηρώντας ανοικτή τη δίοδο των στενών του Ορμούζ – στρατηγικής σημασίας για τις εξαγωγές του υγροποιημένου φυσικού του αερίου.
Πράγματι, μέχρι το 1995 ο φόβος πρόκλησης αντίδρασης εκ μέρους της Τεχεράνης και του Ριάντ, είχε οδηγήσει τον πατέρα του Αλ Θάνι, Καλίφα Μπιν Χαμάντ, να μην εκμεταλλευθεί το κοίτασμα φυσικού αερίου North-Dome που βρίσκεται στα χωρικά ύδατα μεταξύ Κατάρ και Ιράν, κάτι που ο ίδιος δρομολόγησε αμέσως μόλις ανέλαβε την εξουσία. Δεν έπραξε όμως μόνον αυτό. Έχοντας πάρει το μάθημα του Κουβέιτ (όπου εισέβαλε το 1990 ο Σαντάμ Χουσείν), νέος ηγεμόνας Καλίφα Αλ Θάνι φρόντισε να εξασφαλίσει «τα νώτα» του με δραστικές κινήσεις, που αποδείχθηκαν στρατηγικές επενδύσεις, εξίσου σημαντικές με τις οικονομικές, καθώς συνιστούν την προϋπόθεση για τις τελευταίες. Για παράδειγμα, ίδρυσε το δορυφορικό ειδησεογραφικό κανάλι αλ Τζαζίρα, στα πρότυπα του BBC- ένα κανάλι που σύντομα, λόγω της πρωτόγνωρης για τα δεδομένα των αραβικών καθεστώτων, ελευθερίας έκφρασης, έγινε μεν το «μαύρο πρόβατο» ακριβώς των καθεστώτων αυτών, κέρδιζε όμως την ίδια στιγμή την εκτίμηση μιας αραβικής κοινής γνώμης που διψούσε για αξιόπιστη ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στον κόσμο.
Ο Αλ Θάνι δεν περιορίστηκε όμως σε αυτή την κίνηση. Ανταγωνιζόμενος τη Σ. Αραβία, στο θέμα των προνομιακών σχέσεων με την Ουάσινγκτον, το 2003 άνοιξε τη χώρα στο αμερικανικό Πεντάγωνο, που εγκατέστησε εκεί τη μεγαλύτερη αμερικανική αεροπορική στρατιωτική βάση, εκτός ΗΠΑ, η οποία εξυπηρετεί τις επιχειρήσεις της Αμερικής στο Αφγανιστάν και μέχρι πρότινος στο Ιράκ. Παράλληλα το Κατάρ ξεκινούσε διπλωματικές επαφές με το Ισραήλ, που συνεχίστηκαν ως την ισραηλινή εισβολή στη Λωρίδα της Γάζας, τον Ιανουάριο του 2009.
Έχοντας επίγνωση ότι αυτές οι κινήσεις μπορούσαν να βάλουν το Κατάρ στο επίκεντρο κριτικής εκ μέρους των ισλαμιστών, ο σεΐχης φροντίζει να γίνει χώρος υποδοχής γνωστών αντιφρονούντων, στα αυταρχικά καθεστώτα, ισλαμιστών, όπως ο λίβυος Αλί αλ Σαλίμπι, ο αλγερινός Αμπάσι Μαντάνι, ο πολύ γνωστός στον αραβικό κόσμο, αιγύπτιος Καραντάουϊ ή ο μελλοντικός νικητής των πρώτων, μετά από την ανατροπή του ισόβιου προέδρου Μπεν Άλι, εκλογών στην Τυνησία, Ρασέντ Γκανούσι. Χωρίς να ξεχνάει κανείς ότι οι κασέτες – παρεμβάσεις του Μπιν Λάντεν στέλνονταν και παίζονταν κατ’ αποκλειστικότητα από το Αλ Τζαζίρα…
Πάντως η διεθνής καταξίωση στο διεθνές στερέωμα ήλθε για το Κατάρ, με την κατάρρευση της Λίμαν Μπράδερς που δρομολόγησε την κρίση του 2008. Τότε οι δυτικές χώρες στράφηκαν σαν σανίδα σωτηρίας στο Κατάρ, θέλοντας να αποφύγουν, για ευνόητους λόγους, την Κίνα και τη Ρωσία, για τη διασφάλιση ρευστότητας. Ήταν μια ευτυχής συγκυρία καθώς ολοκληρώνονταν οι εγκαταστάσεις ρευστοποίησης φυσικού αερίου στο Ρας Λάφαν, 80 χλμ βορείως της Ντόχα. Το κύμα της «αραβικής άνοιξης» του 2001 καταξίωσε και πολιτικά το Κατάρ, το οποίο έσπευσε, δια στόματος του «πεφωτισμένου» εμίρη Αλ Θάνι, να στηρίξει τις εξεγέρσεις. Όχι γιατί ο ίδιος έχει κάποιο ιδιαίτερο πάθος με τη δημοκρατία (χωρίς ενθουσιασμό ανακοίνωσε εκλογές στη χώρα για το 2013) αλλά γιατί υπολόγισε ότι έτσι αποκομίζει περισσότερα οφέλη έναντι των υπολοίπων ανταγωνιστικών χωρών της περιοχής: της Αιγύπτου (σε επαναστατικό αναβρασμό), της Σ. Αραβίας (μονίμως απασχολημένης με σενάρια βασιλικής διαδοχής), του Ιράκ (στη μέγγενη της βίας).
Προς το παρόν λοιπόν αυτό το ιδιότυπο μοντέλο που συνδυάζει μπίζνες και διπλωματία στην κόψη του ξυραφιού, είναι λειτουργικό και αποτελεσματικό. Ωστόσο, πόσο μπορεί να διαρκέσει; Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που προεξοφλούν ότι το μοντέλο θα γυρίσει μπούμερανγκ, καταστρέφοντας τη μέχρι σήμερα πορεία. Ενδείξεις ότι το μοντέλο δεν γίνεται παντού θετικά αποδεκτό υπάρχουν. Π.χ. τα γιουχαΐσματα με τα οποία έγινε δεκτός ο εμίρης στα μέσα Ιανουαρίου 2012, στην Τυνησία από διαδηλωτές που του προσάπτουν ότι προωθεί αμερικανικά σχέδια στη Μέση Ανατολή μέσα από την ενίσχυση του στρατοπέδου των σουνιτών και των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο. Ίσως δε ένα πρώτο εσωτερικό εμπόδιο να είναι και το αποτέλεσμα του υπερσυντηρητικού ρεύματος των σαλαφιστών, στις εκλογές του χρόνου. Εκεί θα φανούν οι πραγματικές αντοχές του «πεφωτισμένου» αλ Θάνι…