Της Ρένας Δούρου, Δημοσιεύθηκε στην Aixmi.gr, 11 Σεπτεμβρίου 2012
Κάτι αλλάζει στο δημοσιογραφικό-πολιτικό τοπίο της χώρας μας. Μένει να δούμε την τελική έκβαση της εξέλιξης.
Μέχρι πρόσφατα τα «στρατόπεδα» στην ενημέρωση και στην πολιτική ήσαν λίγο – πολύ καθορισμένα.
Από τη μια τα κατεστημένα ΜΜΕ (εφημερίδες, τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί), στα οποία εργάζονται επαγγελματίες δημοσιογράφοι, με όλες τις γνωστές τους αδυναμίες, συνυπήρχαν με ένα νεφέλωμα μπλογκ, προσωπικών ιστοσελίδων που κάνουν «ενημέρωση» με τον δικό τους τρόπο – άλλοτε ευρηματικό και ενδιαφέροντα, άλλοτε με φανατισμό και εμπάθεια, συχνά με αυθορμητισμό. Διακρίνονται για τον λυτρωτικό, ανατρεπτικό, επαναστατικό τους χαρακτήρα, όπως φάνηκε και στην Αραβική Άνοιξη. Και στη χώρα μας πολλές φορές έχουν λειτουργήσει καταλυτικά αποκαλύπτοντας θέματα που τα παραδοσιακά ΜΜΕ έχουν «χάσει» ή συνειδητά αποκρύψει.
Από την άλλη, οι πολιτικοί μέσα από την παρουσία τους στους δημόσιους χώρους, στη Βουλή, στα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά στούντιο, μέσα από την αρθρογραφία τους, διαμόρφωναν τη δημόσια παρέμβασή τους, κτίζοντας παράλληλα ο καθένας το ιδιαίτερό του προφίλ. Γνωρίζω, βέβαια, ότι η σκιαγράφηση αυτή είναι απλουστευτική. Μέσες άκρες, όμως, αυτή ήταν η εικόνα.
Και γράφω «ήταν» γιατί πλέον, ειδικά από τις τελευταίες προεκλογικές περιόδους και μετά, το τοπίο αυτό, που μπορεί να μην ήταν αδαμάντινο, ήταν όμως σαφές, έχει αρχίζει να θολώνει επικίνδυνα. Σε βάρος και της πολιτικής και, σε τελευταία ανάλυση, της δημοκρατίας.
Και εξηγούμαι. Αυτό που έχει αρχίσει να συμβαίνει είναι ότι, πλέον, οι διαχωριστικές γραμμές ξεθωριάζουν… Όλο και περισσότεροι πολιτικοί φαίνεται να… υποκύπτουν στον πειρασμό να εκτεθούν (με όλες τις έννοιες της λέξης) μέσω των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης (FaceBook, Twitter, προσωπικών μπλογκ), που πλέον τα χρησιμοποιούν όχι απλά για ενημερωτικούς σκοπούς (προβολή άρθρου ή ομιλίας) αλλά για κανονικές πολιτικές παρεμβάσεις. Πλέον πολλαπλασιάζονται στην έντυπη δημοσιογραφία οι αναφορές του τύπου «όπως έγραψε στο Τουίτερ / Φέισμπουκ ο τάδε πολιτικός».
Και, βέβαια, το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Απλά μεταφέρθηκε στη χώρα μας αυτό που κάποιοι νόμισαν ότι ήταν το δίδαγμα της πρωτοποριακής χρήσης από τον Ομπάμα, κατά την προεκλογική του εκστρατεία των νέων μέσων. Η προσαρμογή στα καθ’ ημάς ήταν υπερβολική, ανούσια και ενίοτε επικίνδυνη. Ενώ στην Ευρώπη και στην Αμερική όλοι οι αξιωματούχοι διαθέτουν λογαριασμούς σε τέτοιου είδους δίκτυα, που βεβαίως δεν χειρίζονται οι ίδιοι αλλά τους χρησιμοποιούν ως ιμάντες μεταφοράς των πληροφοριών που θέλουν να προωθήσουν, στη χώρα μας τα μέσα αυτά έχουν ευτελιστεί.
Η ελληνική ιδιαιτερότητα έγκειται, αφενός στο γεγονός της δυσανάλογης μεγιστοποίησης από αυξανόμενο αριθμό πολιτικών της χρήσης, με αποκλειστικό τρόπο, για να προωθήσουν την πολιτική τους παρέμβαση, ακριβώς αυτών των μέσων. Πλέον η παρέμβαση στη Βουλή περνά σε δεύτερο πλάνο. Υπάρχουν το… τουίτερ και το φέισμπουκ, ως οι πιο αυθεντικοί εκφραστές της πολιτικής παρέμβασης… Και αφετέρου, την ίδια στιγμή, όλο και περισσότεροι επαγγελματίες δημοσιογράφοι αποδέχονται και παίζουν αυτό το παιχνίδι, αναγάγοντας τους 140 χαρακτήρες ως αυθεντική, ενίοτε και μοναδική, πηγή πληροφόρησης.
Αν βιώναμε μια ανέφελη περίοδο, η εξέλιξη αυτή μπορεί να ήταν και γραφική. Σήμερα, όμως ανοίγει δρόμο για ποικίλες εκτροπές. Με δεδομένη τη λειτουργία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (ανωνυμία, τη δυνατότητα που δίνουν σε μικρές οργανωμένες ομάδες να έχουν αντιστρόφως ανάλογη του μεγέθους τους παρουσία για δημιουργία εντυπώσεων), ο λόγος του πολιτικού εισέρχεται σε έναν άνισο ανταγωνισμό, γίνεται αντικείμενο κάθε είδους αυθαίρετου σχολιασμού, ευτελίζεται εντέλει μαζί με το σύνολο της πολιτικής.
Αλλά ούτε και η δημοσιογραφία μένει αλώβητη από αυτή την αλλαγή νοοτροπίας. Πλέον ο κάθε πολίτης καλείται να γίνει… δημοσιογράφος. Αρκεί να διαθέτει κινητό με κάμερα, για παράδειγμα, για να μπορεί να ανεβάζει την ίδια στιγμή ό,τι θεωρεί ενδιαφέρον / πικάντικο / σκαμπρόζικο / σκανδαλώδες / ελκυστικό / προκλητικό, κ.α., προκειμένου να: ενημερώσει, καταγγείλει, λοιδορήσει, κοροϊδέψει, χλευάσει ή, για να κάνει απλά το κέφι του. Καμία αξιολόγηση, ιεράρχηση, διασταύρωση, εκτίμηση…
Ένας πολιτικός που έχει διαποτιστεί και αποδεχθεί τον τρόπο λειτουργίας των μέσων αυτών, δύσκολα μπορεί να διαμαρτυρηθεί για… παρεκκλίσεις που, ουσιαστικά, δεν είναι τέτοιες καθώς αφορούν στον πυρήνα της λειτουργίας τους.
Και αν οι καιροί ήσαν ανέφελοι, τα παραπάνω ίσως να ήσαν απλά γραφικά. Ωστόσο, σήμερα τείνει να διαμορφωθεί ένα δίπολο: μια εικονική κοινωνία, όπου οι ρόλοι καλών και κακών εναλλάσσονται, και στο πλαίσιο ενός αυθαίρετου όσο και επικίνδυνου συγκρητισμού που ισοπεδώνει τα πάντα και από την άλλη, μια πραγματική, που ζει στο πετσί της τη φτωχοποίηση, την ανεργία, τις επιθέσεις των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής, αντιλαμβάνεται ότι τα πράγματα είναι πιο σύνθετα και πιο απαιτητικά και δεν αντιμετωπίζονται μόνο με «like» και 140 χαρακτήρες…
ΥΓ.: Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων: ήμουν και παραμένω από εκείνους που εκτίμησαν –αγάπησαν πολύ- τις ιδιότητες των νέων μέσων, την αμεσότητά τους, κυρίως τη δυνατότητα του «μοιράζεσθαι» εμπειρίες, απόψεις. Ωστόσο, σήμερα αισθάνομαι την ανάγκη να «κλειστώ στο καβούκι μου». Και αυτό δεν θα ήταν πρόβλημα αν περιοριζόταν σε μένα, άλλωστε μπορεί κάποιοι και να το επεδίωξαν. Το θέμα είναι, όμως, ότι πρόκειται για μια στάση που συμμερίζονται πλέον πολλοί…