Της Ρένας Δούρου, Το Βήμα της Κυριακής, 11 Νοεμβρίου 2012
Αν το 2008 η εκλογή του πρώτου μαύρου προέδρου στις ΗΠΑ είχε δημιουργήσει τεράστιες ως υπερβολικές προσδοκίες, η επανεκλογή του στις 6 Νοεμβρίου δεν υπολείπεται συμβολισμών. Οπως, ότι έγινε ο δεύτερος πρόεδρος των Δημοκρατικών, μετά τον Μπιλ Κλίντον, που κερδίζει δεύτερη συνεχόμενη θητεία. Ή ότι κατάφερε να επιβιώσει της παρατεταμένης, και συχνά σπαρμένης με ανακρίβειες, εκστρατείας της σκληροπυρηνικής Δεξιάς (τύπου Tea Party), η οποία είχε θέσει στόχο να τον κάνει να γίνει «one term president» (ο πρόεδρος της μιας θητείας).
Στην πρώτη θητεία, οι κορυφαίες αποφάσεις της εξωτερικής πολιτικής του Μπαράκ Ομπάμα είχαν να κάνουν κυρίως με τον χειρισμό επιλογών του προκατόχου του – απόσυρση από το Ιράκ, αναγγελία αποχώρησης από το Αφγανιστάν, υπό τη σκιά της κλυδωνιζόμενης, από το 2007, αμερικανικής οικονομίας. Τώρα, απαλλαγμένος από το άγχος της επανεκλογής, ο Ομπάμα είναι πιθανό να κινηθεί στην κατεύθυνση αυτού που ο Zbigniew Brzezinski ονομάζει «ηγεσία» των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα, έναντι της «κυριαρχίας» τους. Εργαλείο του σε αυτή την κατεύθυνση το υπό διαμόρφωση (υπό τη σκιά μιας προβληματικής οικονομίας) «δόγμα Ομπάμα»: δηλαδή η πολυμέρεια, η γνωστή προσέγγιση «leading from behind», σε συνδυασμό με τις μυστικές επιχειρήσεις (όπως αυτή που κατέληξε στον θάνατο του Μπιν Λάντεν τον Μάιο του 2011 ή εκείνες των μη επανδρωμένων σκαφών στο Αφγανιστάν ή στην Υεμένη κατά των Ταλιμπάν).
Το δόγμα αυτό θα «αναμετρηθεί» με σειρά σκοπέλων. Πρώτα, το Ιράν και το πυρηνικό του πρόγραμμα. Προεκλογικά το φως της δημοσιότητας είδαν αποκαλύψεις σχετικά με μυστικές διαπραγματεύσεις με το Ιράν, ενώ το Ισραήλ χρειάζεται τη στρατιωτική βοήθεια των Αμερικανών (π.χ. για τη μεταφορά της βόμβας GBU 57, της μόνης που μπορεί να πλήξει τις εγκαταστάσεις, μέσα στο βουνό, στην περιοχή Φόρντοφ, κοντά στην ιερή πόλη Κομ. Με το ζήτημα συναρτώνται οι ισραηλινοπαλαιστινιακές σχέσεις, που βρίσκονται στο ναδίρ, με το Ισραήλ να συνεχίζει προκλητικά τους εποικισμούς απέναντι σε έναν Ομπάμα που, στην πρώτη θητεία του, ηττήθηκε κατά κράτος στο θέμα αυτό…
Δεύτερος σκόπελος, ο επιδεινούμενος πόλεμος στη Συρία, όπου οι ΗΠΑ, συντασσόμενες με τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και την Τουρκία, βρίσκονται αντιμέτωπες με τα συμφέροντα της Ρωσίας και της Κίνας, που στηρίζουν το καθεστώς. Οποιαδήποτε αμερικανική στρατιωτική επέμβαση σε Ιράν ή Συρία θα εξαλείψει οριστικά τον όποιο θετικό αντίκτυπο έχει απομείνει από την ιστορική ομιλία του στο Κάιρο τον Ιούνιο του 2009. Παράλληλα, ο Ομπάμα καλείται να κινηθεί σε ένα αχαρτογράφητο τοπίο, με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους του Μοχάμεντ Μόρσι στην Αίγυπτο να έχουν ανατρέψει τα δεδομένα: θα αποδειχθούν πραγματιστές ή ακραίοι στις σχέσεις τους με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ; Από την άλλη, είναι βέβαιο ότι ο Ομπάμα θα δεχθεί επικρίσεις από τα γεράκια των Ρεπουμπλικανών για ενδοτικότητα, υποχωρητικότητα έναντι Δαμασκού και Τεχεράνης.
Τρίτος σκόπελος, οι σχέσεις με την Κίνα. Προεκλογικά και ο Ομπάμα και ο Ρόμνεϊ είχαν ασκήσει σκληρή κριτική στην οικονομική πολιτική του Πεκίνου, ωστόσο ο πρώτος είναι σίγουρο ότι θα αλλάξει φρασεολογία άμεσα. Στην κατεύθυνση του ανταγωνισμού, της σύγκρουσης ή της σύμπλευσης; Η Κίνα διαθέτει πάντως ένα πειστικό επιχείρημα: 1 τρισ. δολάρια σε αποθεματικά. Απέναντί της, το παιχνίδι των ΗΠΑ κάθε άλλο παρά εύκολο είναι, καθώς στον δρόμο συναντούν, μεταξύ άλλων, το Βερολίνο, που έχει αναδείξει το Πεκίνο σε προνομιακό οικονομικό και εμπορικό εταίρο.
Η πρωτοκαθεδρία λοιπόν των ΗΠΑ αμφισβητείται ανοικτά – οι χώρες των BRICS το θυμίζουν άλλωστε αυτό συστηματικά – και σε αυτό το περιβάλλον καλείται να κινηθεί ο επανεκλεγείς πρόεδρος, που θα ήταν πανευτυχής αν δεν είχε, πέραν όλων των άλλων, να αντιμετωπίσει και το σοβαρό οικονομικό πρόβλημα της Ευρώπης.
Εκεί όπου, μέσω ΔΝΤ, η Ουάσιγκτον συγκρούεται με το Βερολίνο και την εμμονή του στη λιτότητα για την αντιμετώπιση της κρίσης της ευρωζώνης. Τα επανειλημμένα ταξίδια του Τίμοθι Γκάιτνερ στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και οι δηλώσεις του αποτυπώνουν και το μεγάλο ενδιαφέρον και την ανησυχία των ΗΠΑ. Και τούτο γιατί οποιοδήποτε «ατύχημα» στην Ευρώπη υπονομεύει κάθε προσπάθεια ανάταξης της αμερικανικής οικονομίας. Η επανεκλογή Ομπάμα, παρά τα δημοσίως λεχθέντα, προβληματίζει τη Μέρκελ, καθώς την πιέζει να χαλαρώσει τη μέγγενη της λιτότητας. Η καγκελάριος πάντως δεν δείχνει διατεθειμένη να υποχωρήσει, προαναγγέλλοντας βαρομετρικό χαμηλό στις σχέσεις των δύο πλευρών…