Η Ρένα Δούρου στο Neolaia.gr για τη νίκη Ομπάμα, 14 Νοεμβρίου 2012
Το 2008 η άνετη επικράτηση του Μπάρακ Ομπάμα έναντι του ρεπουμπλικάνου αντιπάλου του, Τζων Μακέην, είχε δημιουργήσει υψηλές προσδοκίες, ειδικά στην εξωτερική πολιτική. Προσδοκίες που σύντομα περιορίστηκαν ή και διαψεύστηκαν, όπως συνέβη, για παράδειγμα, με τον χειρισμό του ισραηλινο-παλαιστινιακού ζητήματος (η κυβέρνηση Νετανιάχου συνεχίζει την παράνομη πρακτική των εβραϊκών οικισμών, έχοντας οδηγήσει τις διαπραγματεύσεις στο ναδίρ)… Η επανεκλογή του πρώτου μαύρου προέδρου θα φέρει ανατροπές στην εξωτερική πολιτική;
Κρίνοντας από τη μέχρι σήμερα τακτική του Ομπάμα, η αλλαγή μέσα από τη συνέχεια, μοιάζει να είναι κοντύτερα στην πραγματικότητα. Ωστόσο δεν είναι βέβαιο ότι θα έχει την πολυτέλεια του χρόνου καθώς οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή γίνονται ραγδαίες, με τον εμφύλιο στη Συρία να διαχέεται σε Τουρκία, Λίβανο και Ιορδανία και τη χώρα να μετατρέπεται σε σκακιέρα συγκρουόμενων συμφερόντων των περιφερειακών παικτών. Παράλληλα, ο παραδοσιακός σύμμαχος των ΗΠΑ, το Ισραήλ, πιέζει για στρατιωτικό κτύπημα κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν. Και όλα τούτα με την Αίγυπτο να αποτελεί πλέον σπαζοκεφαλιά για το Στέητ Ντιπάρτμεντ, με τον Μοχάμεντ Μόρσι των Αδελφών Μουσουλμάνων να έχει αλλάξει τα δεδομένα.
Είναι βέβαιο ότι ο επανεκλεγείς πρόεδρος πολύ σύντομα θα κληθεί να λάβει αποφάσεις, που θα θέσουν σε δοκιμασία αυτό που έχει αρχίσει από την πρώτη θητεία να διαμορφώνεται (και υπό την οικονομική πίεση) ως «δόγμα Ομπάμα»: το μην βρίσκονται δηλαδή οι ΗΠΑ στην πρώτη γραμμή, να χρησιμοποιούν μυστικές επιχειρήσεις και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη στήριξη από τους συμμάχους. Ενδιαφέρον παρουσιάζει πάντως η περίπτωση του Ιράν, όπου τίποτε δεν έχει κριθεί: η επιλογή των μυστικών διαπραγματεύσεων ανά πάσα στιγμή μπορεί να ανατραπεί, καθώς ο Ομπάμα δεν έχει αποκλείσει τη στρατιωτική επιλογή.
Σε όλες τις επιλογές πάντως καταλυτικό ρόλο θα έχει η κλυδωνιζόμενη αμερικανική οικονομία – εξ ου και η ένταση με την οποία η Ουάσινγκτον παρακολουθεί τον χειρισμό της κρίσης στην Ευρωζώνη από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες. Οι ΗΠΑ μέσω ΔΝΤ θα πιέσουν περισσότερο μετά από την άνετη επανεκλογή Ομπάμα, την ηγεσία της ΕΖ να αλλάξει ρότα, χαλαρώνοντας την αδιέξοδη πολιτική της λιτότητας. Το οποιοδήποτε ευρωπαϊκό «ατύχημα» θα φέρει σε δύσκολη θέση την Ουάσινγκτον έναντι του ανερχόμενου Πεκίνου, αλλά και των αναδυόμενων οικονομιών των BRICS.
Οι ΗΠΑ είναι όλο και λιγότερο οι κυρίαρχοι παίκτες της παγκόσμιας σκακιέρας και η δεύτερη θητεία Ομπάμα επηρεάζεται σοβαρά από την πραγματικότητα αυτή.
Σε αυτά τα δεδομένα καλείται να προσαρμοστεί και η χώρα μας, ενσωματώνοντας όλες τις παραμέτρους μιας πολυμερούς διεθνούς σκηνής στην εξωτερική της πολιτική, που οφείλει να ανταποκρίνεται στο νέο περιβάλλον. Η πρακτική της ευθυγράμμισης με την Ουάσινγκτον δεν είναι πλέον παραγωγική: η Αθήνα οφείλει να αναζητήσει νέα ατζέντα, που πέρα από τα λεγόμενα «εθνικά ζητήματα», θα εντάσσεται στα νέα διακυβεύματα: τις ανακατατάξεις στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, τη νέα πραγματικότητα στις αραβικές χώρες, το ρόλο της Τουρκίας, τα ενεργειακά θέματα, κ.α.. Να γίνει, με άλλα λόγια, πραγματική εξωτερική πολιτική με συνολική, και όχι τυφλή, ατλαντική, σκόπευση.
Οι καιροί έχουν αλλάξει. Και ο Ομπάμα είναι πρόεδρος μιας υπερδύναμης μεν που ωστόσο αμφισβητείται πολύπλευρα.