Της Ρένας Δούρου, ´Εθνος του Σαββάτου, 6 Απριλίου 2013
FORUM: “Αθήνα – Άγκυρα – Λευκωσία: Ισορροπίες στη σκιά της οικονομικής κρίσης”
Η ελληνική εξωτερική πολιτική καλείται σήμερα να δράσει σε ένα δύσκολο και περίπλοκο περιβάλλον, που αλλάζει με γοργούς ρυθμούς. Συγκεκριμένα, σε μια περίοδο κατά την οποία οι εξελίξεις, σε ό,τι αφορά την ανακάλυψη και την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου στη νοτιο-ανατολική λεκάνη της Μεσογείου, είναι ραγδαίες: για παράδειγμα εδώ και μόλις λίγες ημέρες ξεκίνησε η ροή φυσικού αερίου από το ισραηλινό οικόπεδο Ταμάρ προς τις ακτές της χώρας ενώ τον Ιούνιο αναμένεται να γίνει η επιλογή από το Αζερμπαϊτζάν του αγωγού (Trans Adriatic Pipeline ή Nabucco West) που θα μεταφέρει το φυσικό αέριο του κοιτάσματος Σαχ Ντενίζ 2 στην Κεντρική Ευρώπη. Παράλληλα, σε πλήρη ανάπτυξη βρίσκονται οι σχεδιασμοί ενεργειακών αγωγών στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, με φόντο τις ανακατατάξεις στη γειτνιάζουσα Μέση Ανατολή, κυρίως με τον συνεχιζόμενο εμφύλιο πόλεμο στη Συρία αλλά και την αστάθεια που παρατηρείται σε Αίγυπτο, Λιβύη, Τυνησία – χώρες όπου οι ισλαμιστές δοκιμάζουν και δοκιμάζονται από την εξουσία. Σε αυτή τη σκακιέρα όπου εμπλέκονται ενεργειακοί πόροι και γεωπολιτικά παίγνια κρίσιμης σημασίας και υψηλού ρίσκου, οι θέσεις των «πιονιών» αλλάζουν στη βάση συσχετισμών δυνάμεων και συμμαχιών που καθορίζονται από τη σκληρή παράμετρο των συμφερόντων. Μεγάλοι παίκτες (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα) αλλά και περιφερειακές δυνάμεις (Τουρκία, Ισραήλ) επιχειρούν την προσφορότερη επανατοποθέτησή τους υπό το φως οικονομικών και ενεργειακών εξελίξεων σε μια περιοχή (ΝΑ Μεσόγειος) που γίνεται για άλλη μια φορά στην ταραγμένη ιστορία της, αντικείμενο διεκδίκησης και ελέγχου. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις εξελίξεις στα Βαλκάνια, όπου κάνουν ξανά την εμφάνισή τους αλυτρωτισμοί και εθνικισμοί, την ίδια στιγμή που και η περιοχή αυτή εντάσσεται στον ενεργειακό χάρτη των αγωγών.
Όλα τούτα συμβαίνουν ενώ η Ευρωζώνη, η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά έχει εισέλθει στη δίνη μιας κρίσης που αγγίζει την ίδια τη δομή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, φέρνοντας στο προσκήνιο, όπως είχε επισημάνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ από την πρώτη στιγμή, συστημικές αδυναμίες που απαιτούν ανάλογη, ριζοσπαστική αντιμετώπιση, με αλλαγή ρότας πολιτικής και όχι επιβολή συνταγών ύφεσης που βαθαίνουν την κρίση και καθιστούν τα χρέη μη βιώσιμα.
Το νέο αυτό περιβάλλον περιλαμβάνει μεν παραδοσιακές και ασύμμετρες απειλές αλλά και ευκαιρίες. Ωστόσο προϋπόθεση για την εκμετάλλευση των τελευταίων είναι η ανάπτυξη μιας νέας, ανεξάρτητης, πολυδιάστατης, ενεργητικά φιλειρηνικής εξωτερικής πολιτικής, στη βάση του διεθνούς δικαίου.
Έτσι είναι εύκολο για την τρικομματική κυβέρνηση να ανακηρύσσει, στα λόγια, τη χώρα, με την αφορμή τη διακρατική συμφωνία για τον TAP, «ενεργειακό κέντρο» και να πανηγυρίζει. Όμως αυτό πόρρω απέχει από την πραγματικότητα. Όχι μόνο γιατί το Αζερμπαϊτζάν δεν έχει ακόμη πει τον τελευταίο λόγο αλλά γιατί δεν υφίσταται, δυστυχώς, εκείνη η εξωτερική πολιτική που θα ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες. Λόγου χάρη με τη δραστήρια ανάπτυξη της οικονομικής διπλωματίας, στο πλαίσιο ενός σχεδιασμού που θα λαμβάνει υπόψη του ένα κρίσιμο πολυπαραγοντικό φαινόμενο, όπως αυτό του ενεργειακού σχεδιασμού. Και τούτο δεν είναι μια θεωρητική παρατήρηση γιατί οι εξελίξεις είναι πυκνές και απαιτητικές. Δεν κινούνται με ρυθμούς… πρωτοκόλλου. Πόσο μάλλον που η Τουρκία, συνεχίζοντας την πρακτική της, «προσαρμόζει» τη διεθνή νομιμότητα στα συμφέροντά της, επικαιροποιώντας μάλιστα πάγιες διεκδικήσεις της (αμφισβήτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ), και εμπλουτίζοντάς τις με νέες προκλήσεις, τόσο έναντι της Ελλάδας όσο και της Κύπρου (χαρακτηριστικές οι πρόσφατες συνεντεύξεις του ΥΠΕΞ της, Αχμέτ Νταβούτογλου περί συνεκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της Κύπρου ή διχοτόμησής της).
Η εσωστρέφεια και η υποταγή στην εσωτερική ατζέντα των προταγμάτων της εξωτερικής πολιτικής, είναι οι χειρότεροι σύμβουλοι. Ούτε μπορεί η οικονομική κρίση να λειτουργεί ως άλλοθι αδράνειας. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, χρειάζεται επανασχεδιασμός στόχων και μέσων μιας πολυεπίπεδης εξωτερικής πολιτικής που θα αντιμετωπίζει ολιστικά το διεθνές περιβάλλον της χώρας, με πυξίδα το διεθνές δίκαιο – τον σημαντικότερο από όλους τους συμμάχους.