Της Ρένας Δούρου, The Hellenic Mail, 1-6 Ιουνίου 2013
Η Ιστορία αποδεικνύει ότι παντού και πάντα οι μεγάλες οικονομικές κρίσεις συνεπάγονται βαθιές κρίσεις δημοκρατίας, με το παράδειγμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, να αναφέρεται συχνά προς επίρρωση αυτής της σχέσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η κρίση χρέους στη χώρα μας, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με τους επερχόμενους κινδύνους απομείωσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων – κάτι που δεν είναι δευτερεύον αλλά απολύτως πρωτεύον: η σάρωση του δημοκρατικού υπόβαθρου μιας κοινωνίας δεν συνεπάγεται τίποτε λιγότερο από τον εκβαρβαρισμό της, την επιστροφή σε αταβιστικές κοινωνικές πρακτικές, στην επικράτηση της λογικής του ισχυρού, με ό,τι συνεπάγεται αυτή…
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς κοινωνικός επιστήμονας ή να κατέχει διδακτορικούς τίτλους για να αντιληφθεί ότι σήμερα, εν έτει 2013 η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς σε αυτή την τροχιά και ότι η σύνταξη ενός νομοσχεδίου κατά του ρατσισμού είναι το λιγότερο (με την έννοια του ελάσσονος εμποδίου) που μπορεί να αποτρέψει αυτή την κοινωνική και ηθική κατάπτωση που συνεπάγεται η απομείωση και, εντέλει, η συρρίκνωση της Δημοκρατίας, και μάλιστα στην κοιτίδα της. Ο φασισμός εξαλείφεται μόνο με την εξάλειψη των βαθύτερων κοινωνικοπολιτικών αιτιών του. Μια νομοθετική πρωτοβουλία είναι ωστόσο το απαραίτητο προαπαιτούμενο προκειμένου να υπάρξει μια αφετηρία για την αντιμετώπιση αυτού του άκρως επικίνδυνου φαινομένου που σαπίζει την κοινωνική συνοχή.
Αρχικά φάνηκε ότι το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο Ρουπακιώτη θα μπορούσε να λειτουργήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Και όμως όχι. Πριν αλέκτωρ… αυτή, η έστω ατελής και με ορισμένα προβληματικά σημεία, προσπάθεια έπεσε, ή, ορθότερα, έμπειρα πολιτικάντικα χέρια, την έριξαν στις μυλόπετρες της εξυπηρέτησης των αναγκών της μνημονιακής κυβέρνησης και ειδικότερα εκείνων της Νέας Δημοκρατίας και της προσέγγισης του ακροατηρίου της Άκρας Δεξιάς. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα λοιπόν το θέμα του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου μετατράπηκε σε κριτήριο της… κυβερνητικής συνοχής καθώς και σε άπειρο τηλεοπτικό χρόνο, με αναλύσεις επί αναλύσεων επί ενός κειμένου-φάντασμα, που μπαινοβγαίνει σε κυβερνητικά συρτάρια και ντουλάπια χωρίς να δίνεται πλήρως στη δημοσιότητα.
Το αποτέλεσμα είναι να χάνεται η ουσία: ο τρόπος δηλαδή που θα αποτρέπεται η ρατσιστική βία που κάνει θραύση, και τείνει να γίνει μέρος της καθημερινότητάς μας. Ο τρόπος δηλαδή που θα τιμωρούνται πράξεις βίας με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, συμπεριφορές που απειλούν κάποιο έννομο αγαθό, και όχι βεβαίως οι ιδέες και οι σκέψεις. Αντί λοιπόν να υπάρξει σοβαρή προσπάθεια αντιμετώπισης του φαινομένου από το δημοκρατικό τόξο των πολιτικών δυνάμεων, παρατηρούμε συστηματικές κινήσεις μικροκομματικού συμφέροντος, με απώτερο στόχο τη διατήρηση στην εξουσία της μνημονιακής κυβέρνησης. Αυτός ακριβώς ο στόχος υπηρετείται από τις ατέρμονες συζητήσεις περί του αόρατου νομοσχεδίου, την ίδια ώρα που οργανισμοί όπως ο ΟΟΣΑ, αποκαλύπτουν τα κυβερνητικά ψέματα και πιστοποιούν ύφεση και τεράστια ανεργία για το 2014 ενώ η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδας προαναγγέλλει, μειλίχια, συντάξεις πείνας για τα επόμενα χρόνια λόγω της κατάρρευσης των ασφαλιστικών ταμείων. Μια κατάρρευση που, θυμίζω, δεν οφείλεται σε φυσικό φαινόμενο αλλά σε συγκεκριμένες πολιτικές (τζογάρισμα σε δομημένα ομόλογα, κούρεμα…) για τις οποίες βέβαια δεν ευθύνονται οι ασφαλισμένοι…
Ίσως όμως το πιο αποκαλυπτικό των πραγματικών προθέσεων της κυβέρνησης, να είναι το γεγονός ότι το Σκοπευτήριο της Καισαριανής, αυτού του εμβληματικού χώρου αντιφασιστικής θυσίας, περνάει στο… ΤΑΙΠΕΔ προκειμένου να πωληθεί! Ένας χώρος θυσίας βγαίνει προς εκποίηση για να γεμίσουν τα ταμεία εξόφλησης των δανειστών… Ο συμβολισμός είναι κάτι παραπάνω από σαφής… Και εξηγεί γιατί τούτη η κυβέρνηση είναι καταστατικά ανίκανη να ψηφίσει το όποιο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Αυτό θα γίνει μόνο από μια αντιμνημονιακή, αριστερή, προοδευτική κυβέρνηση.