Της Ρένας Δούρου, Εβδομαδιαία εφημερίδα “Το Παρασκήνιο”, 25 Οκτωβρίου 2013
Έκτη συνεχόμενη χρονιά ύφεσης, χιλιάδες αυτοκτονίες, ανεργία που αγγίζει το 30%, μαζική μετανάστευση νέων, εκατοντάδες χιλιάδες λουκέτα, νεόφτωχοι και νεοάστεγοι, διαλυμένα νοσοκομεία και σχολεία κι ένας εφιάλτης να καραδοκεί στη γωνία.
Ο εφιάλτης της αποδοχής, ως αναπότρεπτης πραγματικότητας, αυτής της ταπεινωτικής κατάστασης εξαθλίωσης ενός λαού.
Ο εφιάλτης να συνηθίσουμε το τέρας. Ένα τέρας που έθρεψαν και γιγάντωσαν οι συγκεκριμένες πολιτικές σκληρής ως απάνθρωπης λιτότητας, με την υπογραφή όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών.
Ο εφιάλτης να μάθουμε να μιλάμε τη γλώσσα του, τη γλώσσα του κ. Στουρνάρα που βαφτίζει τη συρρίκνωση κάθε στοιχειώδους κοινωνικής παροχής, “παρωχημένη δομή” η οποία πρέπει να “εξορθολογιστεί” για το καλό του δημοσίου συμφέροντος βεβαίως, βεβαίως.
Ο εφιάλτης της “νέας γλώσσας”, που εισαγάγει στον κόσμο του κ. Σαμαρά, ο οποίος βλέπει τη χώρα να “ξαναγεννιέται”, συνεχίζοντας τις “καλύτερες παραδόσεις της”.
Τα κοινωνικά ερείπια βαφτίζονται “εφαλτήρια για το μέλλον” και η λογική της εξαθλίωσης επιβάλλεται ως η “μόνη λύση”. Ορθολογικά μιλώντας.
Ορθολογικά μιλώντας, τον Οκτώβριο του 1940, η “μόνη λύση” θα ήταν η παράδοση της χώρας σε μία υπέρτερη στρατιωτικά δύναμη που της ζητούσε υποταγή.
Η “μόνη λύση” θα ήταν η συνεργασία με τον κατακτητή. Γιατί οτιδήποτε άλλο θα ήταν παράλογο. Θα συνιστούσε χάσιμο πολύτιμου χρόνου και καταστροφή ανθρώπινου δυναμικού και υποδομών. Ο διάλογος μεταξύ λελογισμένων ανθρώπων θα ήταν η μόνη οδός. Μια συνθηκολόγηση η μόνη διέξοδος.
Αυτό παρουσιαζόταν τότε ως η μόνη λύση. Ως η φωνή της λογικής. Της αναπόδραστης πραγματικότητας.
Και όμως.
Βρέθηκαν οι νέοι που τους έλεγαν αλήτες, και έβαλαν εκείνον τον κόκκο άμμου που σταμάτησε την καλοδουλεμένη, φασιστική, στρατιωτική μηχανή της Ιταλίας και της Γερμανίας.
Στα βουνά της Ηπείρου, στις πόλεις αλλά και στην Κρήτη.
Είπαν “όχι”.
Αντιστάθηκαν στην κατοχή.
Πλήρωσαν με τη ζωή τους.
Και μας άφησαν μια πολύτιμη παρακαταθήκη.
Αυτή του “όχι”. Του “όχι” στη “λογική” των τεράτων.
Την παρακαταθήκη ενός πατριωτισμού που αψηφά τις προκαθορισμένες πορείες.
Ενός νέου πατριωτισμού που σήμερα διεκδικεί αυτό που οι ισχυροί θεωρούσαν ανέκαθεν “παράλογο” : να ορίζει δηλαδή ο λαός τις τύχες του.
Να απορρίπτει αυτό που άλλοι επιβάλλουν ως το “καλό” του. Όπως τότε που το “καλό” της Ελλάδας ήταν να πει “ναι”. Και κάποιοι ειρωνεύονταν και έπαιρναν το μέρος του Γολιάθ στον αγώνα με τον Δαβίδ.
Έτσι και σήμερα.
Οι Δαβίδ του νέου πατριωτισμού θα έχουν την τελευταία κουβέντα. Και θα ανατρέψουν τους δήθεν μονοδρόμους της λιτότητας και των μνημονίων. Δύσκολα αλλά νικηφόρα. Όπως τότε…