Ο Τόνι Μπεν ανήκε στην κατηγορία εκείνη των πολιτικών συμβόλων μιας Αριστεράς που λειτούργησε ως πυξίδα για εμάς, τις νεώτερες γενιές. Ήταν η προσωπικότητα εκείνη που συμβόλιζε την Αριστερά του ανθρώπου, της αλλαγής, της ελπίδας, της ανατροπής. Την ασυμβίβαστη Αριστερά. Την Αριστερά της πράξης και της αφοσίωσης. Την Αριστερά του αέναου αγώνα όσες αντιξοότητες και δήθεν «νομοτέλειες» βρεθούν μπροστά της. Με λίγα λόγια, την Αριστερά που μπορούσε πάντα να ξεχωρίζει το σημαντικό από το ασήμαντο. Να το αναδεικνύει και να μάχεται για αυτό.
Όπως έκανε με την ίδρυση του κινήματος Συνασπισμός Αλληλεγγύης κατά των πολιτικών λιτότητας στην Ευρώπη, υπογραμμίζοντας τις καταστροφικές συνέπειες που έχουν αυτές για τη Δημοκρατία. Και όταν δήλωνε ότι «η Ελλάδα είναι ένα πολύ σημαντικό παράδειγμα για το τι ακριβώς είναι το σύστημα». Και παρατηρούσε: «Ο σύγχρονος καπιταλισμός περιλαμβάνει την καταστροφή της δημοκρατίας και την αντικατάστασή της από εντολές που δίνουν άνθρωποι πλούσιοι που δεν έχουν εκλεγεί».
Αναλυτικό και συνθετικό μυαλό, με χιούμορ – αλησμόνητη έχει μείνει η φράση του, το 2001, ότι αποσύρεται από τη Βουλή μετά από μισό αιώνα παρουσίας, γιατί θέλει «να ασχοληθεί περισσότερο με την πολιτική» -, ο Τόνι Μπεν υπήρξε για δεκαετίες στόχος των βρετανών συντηρητικών, όπως όταν τάχθηκε σθεναρά κατά του πολέμου της Βρετανίας στα νησιά Φώκλαντ. Δεν έπαψε ποτέ, στις ομιλίες, στα γραπτά του, στη δράση του να αγωνίζεται υπέρ της ειρήνης και της δημοκρατίας. Κατά των πολέμων και των στρατιωτικών επεμβάσεων. Δεν υπέστειλε ποτέ τη σημαία της διεκδίκησης των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Υπήρξε πάντα μια φωνή που ενοχλούσε τα απανταχού κατεστημένα. Εντός κι εκτός Βρετανίας. Εντός κι εκτός Ευρώπης.
Ήταν ένα σημείο σταθερής αναφοράς για όλους τους προοδευτικούς, δημοκρατικούς πολίτες.
Ήταν μια καθαρή φωνή στην υπηρεσία των συμφερόντων των πολλών. Του 99% απέναντι στο 1%. Ήταν πάντα εκεί που έπρεπε, όταν το όριζε η ανάγκη.
Ειδικά μάλιστα στη σημερινή συγκυρία στην Ευρώπη, εκείνη της επιβολής των πολιτικών λιτότητας και περιστολής των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, μέσα από την απαξίωση της Δημοκρατίας, η φωνή του Τόνι Μπεν ήταν καθοριστικής σημασίας. Όπως του Στεφάν Εσέλ. Ανθρώπων που γνώρισαν τον πόλεμο, τη φρίκη του ναζισμού. Ανθρώπων που αντιστάθηκαν σε αυτά που κάποιοι, κάποτε παρουσίαζαν ως «νομοτελειακά». Ανθρώπων που είπαν «όχι». Ανθρώπων που γνώρισαν το τίμημα της Δημοκρατίας. Και που απέδειξαν με το παράδειγμα και τη δράση τους ότι δεν υπάρχουν προδιαγεγραμμένες πορείες, «αυτονόητα» ή μονόδρομοι. Που απέδειξαν ότι τα αδύνατα μπορούν να γίνουν δυνατά.