[…] Η πολιτική πρέπει να πάρει το πάνω χέρι, να βάλει όρια στις αγορές και τα συμφέροντά τους σε όλα τα επίπεδα […] Σημασία έχει να αντιληφθούμε τη ‘μεγάλη εικόνα’, το πολιτικό, πολιτισμικό πρόταγμα που υπερβαίνει τα σύνορά μας […] Εκείνο που θα επιχειρήσει καταρχήν ο ΣΥΡΙΖΑ, από θέση κυβερνητικών ευθυνών, θα είναι να βάλει στοπ στην κοινωνική καταστροφή […] H νέα περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου, μιλά στηνΚρυσταλία Πατούλη με αφορμή τις νέες ευθύνες της, ένα νέο βιβλίο και μία έρευνα.
Κρ.Π.: «Η αναζήτηση ενός σταθερού λόγου, ενός σημείου αναφοράς που να λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, με έφερε στον Γλέζο» αναφέρετε στο βιβλίο“Μια κουβέντα με τον Γλέζο”(Εκδόσεις Λιβάνη). Ποιά καλά στοιχεία του παρελθόντος πρέπει να αναζητήσουμε;
Ρ.Δ.: Αυτό το βιβλίο είχε ως αφετηρία του τον διάλογο μεταξύ των συγγραφέων του «Αγανακτήστε» και του «Η αγανάκτηση δεν είναι αρκετή», των Στεφάν Εσέλ και Πιέτρο Ινγκράο, που ανήκουν στη γενιά του Γλέζου, στη γενιά εκείνη που αγωνίστηκε κατά του ναζισμού και του φασισμού, όχι με δοκίμια αλλά στο πεδίο της μάχης.
Στη γενιά που είδε πολλούς από τους καλύτερους εκπροσώπους της να χάνονται στις μάχες ή στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στη γενιά που εκ των πραγμάτων αναγκάστηκε να κάνει τα λόγια της, πράξεις.Ήταν μια γενιά που δεν αντιστάθηκε μόνο, αλλά ανταποκρίθηκε και στο αίτημα της δράσης.
Και δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα αυτή η γενιά μας εγκαλεί για όσα πράττουμε και – το σημαντικότερο -, για όσα δεν πράττουμε απέναντι στην παγκόσμια οικονομική κρίση, απέναντι στην προκλητική κυριαρχία των αγορών έναντι των κοινωνιών και των αναγκών τους.
Τότε, είπαν ‘όχι’ στις ερπύστριες των ναζιστικών τανκ.Σήμερα μας καλούν να προβληματιστούμε και να αντιδράσουμε στους δήθεν μονόδρομους του νεοφιλελευθερισμού.
Με ανιδιοτέλεια, αυταπάρνηση, πείσμα, σχέδιο, και, πάνω από όλα, εμπιστοσύνη στον άνθρωπο που αντιστέκεται, που δεν αποδέχεται τάχα θέσφατα.Αυτά αναζητούμε σήμερα και δεν είναι διόλου τυχαίο ότι ζητάμε τη στήριξη και τη συμβουλή της γενιάς που αντιστάθηκε και ανέτρεψε το φασισμό.
Κρ.Π.: Πώς γεννήθηκε η ιδέα γι’ αυτό το βιβλίο;
Ρ.Δ.: Όταν ξεκινήσαμε τις συζητήσεις μας, κανείς από τους δυο μας δεν φανταζόταν την κατάληξή τους.
Δεν φανταζόμασταν δηλαδή ότι αυτό που άρχισε ως απαντήσεις σε ένα συγκεκριμένο ερωτηματολόγιοπου είχε δομηθεί στη βάση ερωτημάτων που είχαν προκύψει από τον ιδιότυπο διάλογο του γάλλουΣτεφάν Εσέλ και του ιταλού Πιέτρο Ινγκράο, θα κατέληγε σε μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση.
Μια συζήτηση για τον ίδιο, για την πολιτική, για το παρελθόν της Αριστεράς και το κυριότερο, για το μέλλον. Το μέλλον του τόπου που περνάει μέσα από την Αριστερά.
Κρ.Π.: Ποιά τα κυριότερα σημεία αυτής της κουβέντας;
Ρ.Δ.: Υπάρχει ένα κόκκινο νήμα που διαπερνά όλη την κουβέντα μας. Είτε πρόκειται για τον Γλέζο τον πολιτικό, είτε για τον πιο ιδιωτικό, τον Νώλη, τον Απεραθίτη. Είτε πρόκειται για τη συζήτηση για την παγκοσμιοποίηση, είτε πρόκειται για την ΕΔΑ, ή την οικονομία της Ελλάδας, την Αριστερά, τον ΣΥΡΙΖΑ ή την πετραία γη.
Κι αυτό το νήμα έχει να κάνει με τον άνθρωπο, την αυτονομία του, τον αγώνα του για αντίσταση απέναντι σε κάθε εξουσία. Και αυτή τη βαθιά πεποίθηση του Μανώλη, που την διαπιστώνει κανείς στη δράση του και στις δημόσιες παρεμβάσεις του.
Το νήμα αυτό συνδέει τον δημόσιο Γλέζο με τον ιδιωτικό. Αν και δεν υπάρχει διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο.
Κρ.Π.: Τι αποκομίσατε από αυτή την κουβέντα, με ένα σύμβολο της εθνικής μας Αντίστασης και έναν από τους ιδρυτές του ακτιβισμού στην Ευρώπη;
Ρ.Δ.: Η ερώτησή σας είναι μεν κλασσική, η απάντηση όμως, και αυτό δεν οφείλεται σε μένα, είναι εικονοκλαστική. Δεν έχει να κάνει με το τι αποκόμισα εγώ, προσωπικά από τη συζήτηση αυτή, αλλά το τί επέλεξε ο ίδιος ο Μανώλης να εκθέσει για πρώτη φορά δημόσια. Και όχι με την έννοια της “αποκάλυψης” αλλά της απόδοσης του σεβασμού του στους ανθρώπουςκαι τους τόπους, τον τόπο καλύτερα, τ’Απεράθου, που τον διαμόρφωσαν.
Και ό,τι προκύπτει από αυτή τη διαδικασία, δεν αφορά ένα πρόσωπο ατομικά, δεν αποτελεί ‘κέρδος’ ενός προσώπου αλλά συλλογικά της κοινωνίας.
Κρ.Π.: Η γενιά του Μανώλη Γλέζου και όσα κουβαλάει μέσα από την Ιστορία της, είναι για πολλούς η πιο ηρωική γενιά της σύγχρονης ιστορίας μας, αλλά συγχρόνως και η πιο κυνηγημένη και αδικημένη. Πώς και πότε θα υπάρξει δικαιοσύνη γι’ αυτήν την γενιά, ουσιαστικά και συμβολικά; Ξεκινώντας και από τα χρωστούμενα της Γερμανίας;
Ρ.Δ.: Δεν είναι μόνο θέμα δικαιοσύνης για μία γενιά αλλά και θέμα εθνικού συμφέροντος.
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα, θύμα του γερμανικού ναζισμού, που δεν έλαβε καμία αποζημίωση για τα όσα υπέστη από αυτόν. Ας μην το ξεχνάμε ποτέ: η Ελλάδα δεν επαιτεί, απαιτεί. Τα όσα της οφείλει η Γερμανία. Πρόκειται για νομικά δίκαιο, πολιτικά ορθό και ηθικά επιβεβλημένο αίτημα.
Και να ξέρετε ότι η γενιά του Γλέζου όταν η Γερμανία ευθυγραμμιστεί με το αίτημα αυτό, δεν θα θεωρήσει τον εαυτό της δικαιωμένο. Θα πάει παρακάτω. Στα επόμενα βήματα για την ανάταξη της χώρας. Γιατί για τον Γλέζο και τους υπόλοιπους της δρακογενιάς, ζωή δεν σημαίνει ιδιώτευση αλλά αγώνας διαρκείας.
Κρ.Π.: Ποιά προβλήματα έχετε ήδη ξεπεράσει μετά την εκλογή σας και ποιά είναι τα επόμενα που στοχεύετε να αντιμετωπίσετε;
Ρ.Δ.: Το θέμα δεν τίθεται με όρους προβλημάτων αλλά οργάνωσης. Το στοίχημα είναι πρωτόγνωρο, με την έννοια ότι για πρώτη φορά καλείται η Αριστερά να δοκιμάσει τις αρχές και τις μεθόδους της στην πράξη και μάλιστα σε ένα εθνικό και ευρωπαϊκό περιβάλλον διόλου φιλικό, όπου κυριαρχεί η πολιτική της λιτότητας και των περικοπών των δημοσίων δαπανών.
Έτσι από την επαύριον των εκλογών έχουμε ξεκινήσει μια διαδικασία ενημέρωσης των πολιτών και των φορέων προκειμένου να οργανωθούμε όσο το δυνατόν καλύτερα ενόψει της ανάληψης των καθηκόντων στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Γενικότερα βέβαια ο αγώνας που ήδη έχουμε ξεκινήσει από τις 26 Μαΐου, είναι μαραθώνιος και όχι σπριντ.Είμαστε ακόμη στην αρχή. Οι προκλήσεις είναι μπροστά μας μετά τον Σεπτέμβριο.
Κρ.Π.: Υπάρχει ένα μεγάλο ρεύμα ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ που ανησυχεί για την προστασία των λέξεων “Ριζοσπαστική” και “Αριστερά” σε ότι αφορά την πολιτική του κόμματος στο μέλλον. Τι θα είχατε να πείτε;
Ρ.Δ.: Με ρωτήσατε προηγουμένως για την εμπειρία μου από την κουβέντα με τον Μανώλη τον Γλέζο. Λοιπόν ένα από τα πράγματα που σημείωσα έχει να κάνει με το πόσο άχρηστα είναι τα… ‘κουτάκια’, εννοώ οι κατηγοριοποιήσεις.
Ξέρετε, αυτές δεν οδηγούν πουθενά, καταλήγουν απλά να διαιρούν και να αποκλείουν ενώ σήμερα έχουμε μεγάλη ανάγκη πλατιές κοινωνικές συνθέσεις.Πλατειά κοινωνικά μέτωπα πάνω στα οποία κτίζονται οι ρήξεις και οι μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται στον τόπο για την παραγωγική του ανασυγκρότηση, με όρους δημοκρατίας, ισότητας, κοινωνικής δικαιοσύνης και εθνικής κυριαρχίας.
Εκεί θα δοκιμαστεί και κριθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Και όχι από τα ‘αριστερόμετρα’ ή τα ‘ριζοσπαστικόμετρα’. Στα λόγια και στα γραφεία όλα είναι εύκολα, και οι συμβιβασμοί και οι ρήξεις.
Όμως τα πράγματα κρίνονται από τις πράξεις. Από την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων προβλημάτων, έξω από τους τέσσερις τοίχους των γραφείων.
Η Αριστερά ή θα δώσει απαντήσεις στην πολύπλευρη κρίση, κρίση Δημοκρατίας, ή δεν έχει λόγο ύπαρξης.
Κρ.Π.: Επίσης υπάρχουν άνθρωποι που εστιάζουν κυρίως στην ανάγκη μιας «Οικουμενικής Αριστεράς», με στοιχεία που θα λέγαμε ότι σήμερα πλησιάζουν και οι Podemos, δηλαδή μία οριζόντιας ιεράρχησης συνεργασία, με κοινούς στόχους για την αποανάπτυξη του πλανήτη, που θα εστιάζει στα οικουμενικά ανθρώπινα και εργασιακά δικαιώματα, αλλά και στην προστασία του οικοσυστήματος όπως και στην αλλαγή νοοτροπίας του καταναλωτικού – καπιταλιστικού τρόπου ζωής και ότι αυτός συνεπάγεται, με τις καταστροφικές εξελίξεις που όλοι γνωρίζουμε. Πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ εστιάζει σε έναν τέτοιο κοινό οικουμενικό στόχο;
Ρ.Δ.: Κυρία Πατούλη σήμερα, περισσότερο ίσως από ποτέ άλλοτε, τα ελληνικά προβλήματα – προβλήματα δομικά που έχουν οξυνθεί από την εφαρμογή των μνημονίων και της λιτότητας – , πρέπει να ενταχθούν στην ‘μεγαλύτερη εικόνα’ προκειμένου να υπάρξει διέξοδος.
Και όχι διέξοδος ανεξαρτήτως κοινωνικού κόστους αλλάδιέξοδος με εθνική αξιοπρέπεια και κοινωνική δικαιοσύνη γιατί και τα δύο είναι σήμερα ζητούμενα.
Η ‘μεγάλη εικόνα’ λοιπόν αφορά στην ανάγκη διεθνών και ευρωπαϊκών συμμαχιών και μετώπων. Η υφή και η συνθετότητα των προβλημάτων το επιτάσσουν.
Η συνάντηση με κινήματα πολιτικών και κοινωνικών αναζητήσεων, όπως το Podemos, είναι μεταξύ των βημάτων που γίνονται.
Γιατί δεν υπάρχει κάποια ‘ελληνική ιδιαιτερότητα’.Απλά στην Ελλάδα επιβλήθηκε μια πολιτική – προπομπός και για τις άλλες κοινωνίες. Περιστολή εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, τσιμεντοανάπτυξη σε βάρος του περιβάλλοντος, ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πλούτου, κοκ.
Οι απαντήσεις των κοινωνιών και των πολιτών σε αυτά τα σχέδια που αποσκοπούν στην επιβολή, με αυταρχισμό, ενός κοινωνικο-οικονομικού μοντέλου που ακυρώνει ουσιαστικά κάθε κοινωνικό αγαθό και καταστρέφει το περιβάλλον στο όνομα της… ανταγωνιστικότητας των οικονομιών και της λιτότητας,πρέπει να δοθούν συλλογικά, διεθνικά, με έμφαση στην κατίσχυση του πολιτικού έναντι του χρηματοπιστωτικού.
Η πολιτική πρέπει να πάρει το πάνω χέρι, να βάλει όρια στις αγορές και τα συμφέροντά τους σε όλα τα επίπεδα. Και τον αγώνα αυτόν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να τον δώσει μοναχός του.
Κρ.Π.: Σύμφωνα με την έρευνα για τις αιτίες και τίς λύσεις της κρίσης, η σημερινή κρίση είναι δομική, είναι παγκόσμια, και απαιτεί την αλλαγή του πολιτισμού μας, σε πολλά επίπεδα αν όχι όλα. Πόσο κάποια από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ το έχουν αντιληφθεί αυτό, όταν ζητούν συνεργασίες με κεντρώα κόμματα τα οποιά κουβαλούν τη νοοτροπία όσο και τη δομή που γέννησε αυτή την κρίση;
Ρ.Δ.: Ένα από τα χαρακτηριστικά της κρίσης που βιώνουμε είναι ότι αυτή μας επιβάλλει να σκεφθούμε και να δράσουμε με νέα εργαλεία.
Και στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλει και η έρευνά σας, και σύντομα και το βιβλίο, κυρία Πατούλη, και πρέπει να σας συγχαρώ για αυτήν, γιατί ανοίγει τη συζήτηση και βάζει στο δημόσιο διάλογο όλα τα κρίσιμα ζητούμενα, σε επίπεδο πολιτικής, κοινωνίας, οικονομίας.
Γιατί ορθά δίνετε έμφαση, όχι μόνο στην κρίση καθαυτή, αλλά κυρίως στο τι πρέπει να κάνουμε, στους νέους δρόμους που πρέπει να ανιχνεύσουμε.
Δρόμους άγνωστους μέχρι σήμερα, που οφείλουν να συν-αρθρώσουν την εμπειρία του χθες, χωρίς όμως τις παθογένειές του, με τις ανάγκες του σήμερα και του αύριο. Ανάγκες που εγγράφονται όμως σε ένα εξόχως δύσκολο παγκόσμιο πλαίσιο άνισης κατανομής του πλούτου, επικράτησης των αγορών, υποβάθμισης της πολιτικής.
Όλα τούτα δεν αντιμετωπίζονται μέσα από συνεργασίες κομματικών μηχανισμών ή συνεννοήσεις κομματικών στεγανών. Είπα ήδη και το επαναλαμβάνω:
Σημασία έχει να αντιληφθούμε τη ‘μεγάλη εικόνα’, το πολιτικό, πολιτισμικό πρόταγμα που υπερβαίνει τα σύνορά μας. Δεν είναι λοιπόν θέμα του τι καταλαβαίνουμε εμείς, ατομικά. Αλλά τι μας επιβάλλει η συγκυρία να πράξουμε.
Κρ.Π.: “Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;” είναι και το βασικό ερώτημα αυτής της έρευνας. Τί θα απαντούσατε;
Ρ.Δ.: Οι αιτίες της κρίσης είναι βαθιές, και προηγούνται της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων που ήλθαν να την επιτείνουν.
Είναι ενδεικτικό κυρία Πατούλη, ότι τα μνημόνια όχι μόνο δεν έλυσαν καμία από τις παθογένειες της οικονομίας, αλλά έκλιναν την πλάστιγγα ακόμη περισσότερο υπέρ των εχόντων και των κατεχόντων.
Και σας φέρνω το παράδειγμα της άδικης φορολόγησης. Καμία σοβαρή δουλειά για την καταπάτηση της φοροδιαφυγής, τίποτε για τις off shore ενώ την ίδια στιγμή κυβέρνηση και Τρόικα σκαρφίζονται ένα σωρό νέες ρυθμίσεις για να απομυζήσουν μισθωτούς και συνταξιούχους.
Το ίδιο και με τον δημόσιο τομέα. Εκεί η μεταρρύθμιση, που είναι απαραίτητη γιατί έχουμε ανάγκη έναν αποδοτικό δημόσιο τομέα – εργαλείο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, βαφτίστηκε συνοπτικά απολύσεις υπό τον μανδύα των «διαθεσιμοτήτων» ή της αντισυνταγματικής «αξιολόγησης».
Πρέπει λοιπόν η ανάταξη της χώρας να αφορά τα δομικά προβλήματά της, που χρονολογούνται από τη στρεβλή οικοδόμηση ενός μετεμφυλιοπολεμικού κράτους που επεδίωξε την εξόντωση του ιδεολογικού αντιπάλου.
Αντιμετωπίζουμε μια συστημική, πολυπαραγοντική κρίση, ένα στρεβλό υπόδειγμα ανάπτυξης, το οποίο στηριζόταν στην άνιση κατανομή του πλούτου και σε όλο και περισσότερα δάνεια και ελλείμματα.
Πάνω σε αυτή την κατάσταση προστέθηκε και η καταστροφική συνταγή εσωτερικής υποτίμησης και λιτότητας της Τρόικα. Μια άκρως καταστροφική, νεοφιλελεύθερη συνταγή δηλαδή. Όμως αυτή ακριβώς η κατάσταση μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει, υπό την προϋπόθεση βέβαια της κυβερνητικής αλλαγής, ως πρόκληση για ανατροπή και ανασυγκρότηση.
Ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ επεξεργάζεται, και προσαρμόζει διαρκώς,ένα νέο, συνολικό πολιτικό σχέδιο εξόδου από την κρίση, μέσα από πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες, με πυρήνα τις δυνάμεις της εργασίας και της Αριστεράς.
Η οικοδόμηση ενός διαφορετικού υποδείγματος με στόχο την ανάπτυξη σε υγιείς πλέον βάσεις, έμφαση στα δημόσια αγαθά της παιδείας, της υγείας και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Για να γίνει όμως μία τέτοια αναστροφή πορείας,χρειαζόμαστε ένα ηλεκτροσόκ, που θα προέλθει μόνο μέσα από κυβερνητική αλλαγή, από την εγκαθίδρυση μίας νέας κυβερνητικής πλειοψηφίας που θα αναζητήσει συμμάχους, εντός ΕΕ, καταρχήν αλλά κι εκτός της.
Ένα μικρό παράδειγμα, η τελευταία σύνοδος κορυφής της ΕΕ. Εκεί όπου ο κύριος Σαμαράς συνέχισε να συμπεριφέρεται σαν καλός μαθητής των πολιτικών της λιτότητας, εκθέτοντας τα ‘επιτεύματά’ του, αυτά που έχουν φέρει δηλαδή σε απόγνωση χιλιάδες νοικοκυριά, αποφεύγοντας να αρθρώσει έστω μία επικριτική λέξη. Αποφεύγοντας να συμπαραταχθεί με τη χλιαρή αντίδραση των κκ Ρέντσι και Ολάντ.
Συμπεριφέρθηκε σαν διοικητής αποικίας. Με τέτοιες συμπεριφορές υποταγής, όχι υπόδειγμα δεν αλλάζουμε αλλά ούτε τα ελάχιστα δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε.
Κρ.Π.: Με απλά λόγια, τί θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ εάν κυβερνήσει, για παράδειγμα, α) για τους άνεργους, β) για τους συνταξιούχους, γ) για την Δικαιοσύνη, δ) για το χρέος, ε) για τον φυσικό και πολιτισμικό πλούτο της χώρας;
Ρ.Δ.: Εκείνο που θα επιχειρήσει καταρχήν ο ΣΥΡΙΖΑ, από θέση κυβερνητικών ευθυνών, θα είναι να βάλει στοπ στην κοινωνική καταστροφή. Να δημιουργήσει δηλαδή ένα δίχτυ κοινωνικής προστασίας για τις πιο ευπαθείς κοινωνικά ομάδες, όπως αυτές που αναφέρετε, άνεργους, συνταξιούχους, μονογονεϊκές οικογένειες.
Σε ό,τι αφορά στο χρέος, η πρότασή μας είναι γνωστή και αφορά και τη… Γερμανία. Ζητάμε δηλαδή να έχουμε την αντιμετώπιση που είχε το Βερολίνο το 1953, όταν υπήρξε διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους, και αποπληρωμή του υπολοίπου με ρήτρα ανάπτυξης.
Επίσης διεκδικούμε σύγκλιση ευρωπαϊκής συνόδου με θέμα την πολιτική ρύθμιση του θέματος, που δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα.
Από κει και πέρα, ήδη επισήμανα ότι δουλεύουμε στην επεξεργασία ενός διαφορετικού, συνολικού υποδείγματος παραγωγικής ανασυγκρότησης για να υπάρξει υγιής ανάπτυξη σε στέρεες βάσεις, με κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη. Στο πλαίσιο αυτό, ο δημόσιος τομέας είναι σημαντικό εργαλείο όπως άλλωστε και ο φυσικός και πολιτισμικός πλούτος της χώρας.
Όχι όμως υπό το σημερινό πρίσμα που εκφράζει η κυβέρνηση μέσω του ΤΑΙΠΕΔ. Ένα πρίσμα που συρρικνώνεται σε μια μεγάλη ταμπέλα : «Πωλείται όπως είναι επιπλωμένο»…
Επενδύσεις και ανάπτυξη για τη σημερινή κυβέρνηση ταυτίζονται με ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας χωρίς σχέδιο, υπονομεύοντας το μέλλον της χώρας, καθώς οι επόμενες κυβερνήσεις κινδυνεύουν να μην έχουν κανένα αναπτυξιακό εργαλείο στα χέρια τους.
Άφησα τελευταία τη Δικαιοσύνη. Και τούτο γιατί θεωρώ ότι όχι μόνο πρέπει να αφεθεί απερίσπαστη στο έργο της αλλά πρέπει να ενισχυθεί κιόλας σε ό,τι αφορά στο οικονομικό έγκλημα, όπου χρειάζονται κατάλληλες υποδομές για το κυνήγι του μαύρου χρήματος και των δαιδάλων, εντός κι εκτός Ελλάδας,που ακολουθεί.
Κρ.Π.: Ποιό είναι το σημαντικότερο ζήτημα / στοίχημα, το πρώτο στην πολιτική ατζέντα -όπως λέγεται- του ΣΥΡΙΖΑ στο παρόν και στο άμεσο μέλλον;
Ρ.Δ.: Θα αναφερθώ σε τρεις πτυχές που αλληλοδιαπλέκονται.
- Έκανα λόγο ήδη για την πρώτιστη ανάγκη επιβίωσης του λαού, που έχει φθάσει πραγματικά στα όριά του, μέσα από μια ασπίδα κοινωνικής προστασίας.
- Δεύτερον, θα βάλουμε τέλος στα μνημόνια και θα τα αντικαταστήσουμε από σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας και της κοινωνίας. Και τούτο μέσα από την επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης και της γενικότερης ρύθμισης του χρέους κατά τα πρότυπα της Συνόδου του Λονδίνου το 1953.
- Τρίτον, θα αποκαταστήσουμε τη λειτουργία της Δημοκρατίας, που σήμερα έχει απομειωθεί μέσα από την υποβάθμιση του Κοινοβουλίου, τη συστηματική παραβίαση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, την ολομέτωπη επίθεση κατά της δημόσιας περιουσίας.
Κρ.Π.: Τί έχετε να πείτε σήμερα για εκείνο το κείμενο του Μίκη Θεοδωράκη: «Την επανάσταση δεν την διαπραγματεύεσαι. Την κάνεις. Το ίδιο και την Αντίσταση. Από τη στιγμή που η Αντίσταση κατά του Μνημονίου έγινε αντικείμενο διαπραγμάτευσης, δεν είναι πια Αντίσταση αλλά παγίδευση στην λογική του Μνημονίου συμπαρασύροντας και εκμηδενίζοντας το Μέτωπο των χθεσινών αντιμνημονιακών δυνάμεων. Έτσι οι δυνάμεις αυτές από μοχλός πίεσης μετατρέπονται σε ποσοστό εκλογικής επιρροής των παρατάξεων που στηρίχθηκαν στην αντιμνημονιακή φόρτιση ορισμένων τμημάτων του λαού (ΣΥΡΙΖΑ και Ανεξάρτητοι Έλληνες)[…]»;
Ρ.Δ.: Το κείμενο του Μίκη γράφτηκε τον Μάιο του 2013. Εκτός από το συγκεκριμένο απόσπασμα, έγραφε επίσης: “σε ένα χρόνο το πολύ ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελεί ένα ακόμα κακό όνειρο για όσους πιστέψουν ότι ο αγώνας για την εκπόρθηση της κυβερνητικής εξουσίας στην Ελλάδα της Τρόικα και του Μνημονίου είναι ένας απλός εκλογικός περίπατος”. Οι εκλογές φέτος τον Μάιο ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στο πρώτο κόμμα.
Το ζητούμενο όμως παραμένει. Και αυτό είναι η μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση, έτσι ώστε να γίνει δυνατό αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ επαναλαμβάνει από την αρχή της κρίσης, δηλαδή η ακύρωση των μνημονίων και η επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης. Η απαραίτητη προϋπόθεση για να μπει ο τόπος σε τροχιά ανάταξης. Αυτή είναι η οδός της αντίστασης, προς όφελος της κοινωνίας.-