Οι στόχοι και τα στοιχήματα του νέου Περιφερειακού Συμβουλίου
της Ρένας Δούρου*
Εδώ και λίγα 24ωρα, το πρώτο Περιφερειακό Συμβούλιο στην Περιφέρεια Αττικής με αριστερή πλειοψηφία είναι πλέον γεγονός. Ένα γεγονός που σηματοδοτεί δύο άξονες. Πρώτον, ένας άξονας που αφορά τη μέθοδο και δεύτερον, ένας άλλος που αφορά το περιεχόμενο. Ωστόσο, και οι δύο αυτοί άξονες βρίσκονται αντιμέτωποι με μια κοινή πρόκληση.
Ας εξετάσουμε, λοιπόν, τα πράγματα με τη σειρά τους.
Ο πρώτος άξονας έχει να κάνει με τη μέθοδο. Το νέο Περιφερειακό Συμβούλιο καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να καταστεί το εργαλείο εκείνο που θα αλλάξει την άσκηση της πολιτικής στην Περιφέρεια Αττικής. Με άλλα λόγια, το Περιφερειακό Συμβούλιο που προέκυψε από τις εκλογές του περασμένου Μαΐου μπορεί και οφείλει να αναδειχθεί στο θεσμό εκείνο που θα προάγει τη δημοκρατία και την αλληλεγγύη μέσα από συλλογικές διαδικασίες. Διαδικασίες που θα αποκρυσταλλώνουν τη βούληση των πολιτών της Αττικής, μέσα από μια αναβαθμισμένη, ισότιμη και δημοκρατική, σχέση συνεργασίας με τους δήμους. Η ανοικτή, εξωστρεφής και διάφανη λειτουργία του, θα καταστήσει το Περιφερειακό Συμβούλιο «καθρέφτη» της συνολικής λειτουργίας των μηχανισμών της Περιφέρειας, προκειμένου να καταγράψουν τα προβλήματα και να προωθήσουν την αντιμετώπισή τους, όχι «εν κενώ» ή παρασκηνιακά, αλλά δημόσια και συλλογικά. Μέσα από διάλογο, διαβούλευση, αντιθέσεις κι εντέλει συνθέσεις προς όφελος των πολιτών και του περιβάλλοντος της Αττικής. Τούτα συνεπάγονται υπέρβαση μιας γραφειοκρατικής, τυποποιημένης λειτουργίας μέσα από την έμφαση στην ουσία: Δηλαδή στη φωνή των πολιτών, στις ανάγκες της κοινωνίας, με δημοκρατικό προγραμματισμό, ανοικτές διαδικασίες. Πρόκειται για την καλύτερη ασπίδα προστασίας έναντι των κάθε είδους συμφερόντων που θα επιχειρήσουν να ποδηγετήσουν και να χειραγωγήσουν τη λειτουργία του Συμβουλίου ειδικά και της Περιφέρειας γενικότερα.
Αυτή η λειτουργία του Περιφερειακού Συμβουλίου συνδέεται, άλλωστε, με τη διαπίστωση ότι η νέα Περιφερειακή αρχή δεν ανέλαβε την άσκηση εξουσίας αλλά ανέλαβε την ευθύνη. Την ευθύνη να αλλάξουμε, όλοι μαζί, ο καθένας από το δικό του μετερίζι, με τις δικές του δυνάμεις, τις ζωές όλων μας στην Αττική. Να αλλάξουμε την καθημερινότητά μας -μια καθημερινότητα που, εξαιτίας των μνημονιακών πολιτικών λιτότητας, καθίσταται εφιαλτική-, αλλάζοντας την ίδια τη λειτουργία της Περιφέρειας. Και το Περιφερειακό Συμβούλιο αποτελεί την «καρδιά», τον πυρήνα λειτουργίας της Περιφέρειας. Δύσκολο, γιατί ανοίγουμε νέους δρόμους αλλά απαραίτητο, γιατί αγγίζουμε την πεμπτουσία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης – του κοντινότερου στον πολίτη θεσμού άσκησης εξουσίας: από τους πολίτες, με τους πολίτες, για τους πολίτες.
Το πρόταγμα αυτό παραπέμπει στον δεύτερο άξονα, εκείνον του νέου δημοκρατικού προτύπου διακυβέρνησης, που η νέα περιφερειακή Αρχή καλείται να υλοποιήσει. Μια διακυβέρνηση που χωρίς να αποτελεί μηχανιστικό πρόκριμα για μια μελλοντική κυβέρνηση της Αριστεράς (η Περιφέρεια διατηρεί τις ιδιαιτερότητες και την αυτονομία της) ωστόσο συνιστά ένα πρώτο βήμα στον τρόπο αντιμετώπισης σειράς προβλημάτων, όπως η ανθρωπιστική κρίση, η συρρικνούμενη απασχόληση, η περιθωριοποίηση της νεολαίας κυρίως μέσα από την ανεργία, η απαξίωση του περιβάλλοντος και του πρασίνου μέσα από την καλπάζουσα τσιμεντοποίηση στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης «ανάπτυξης» κ.ά. Πρόκειται για προβλήματα που χαρακτηρίζουν μεν την Αττική, πλην όμως δοκιμάζουν συνολικά τη χώρα. Εξού και η κρισιμότητα του δεύτερου επιπέδου, εκείνου που θα κρίνει την αξιοπιστία λόγων και έργων, ενός θεσμού, της τοπικής, της λαϊκής αυτοδιοίκησης, που από τη φύση της διαθέτει ριζοσπαστικό χαρακτήρα: Εκφράζει την αποκέντρωση της εξουσίας, την άσκησή της από τους πολίτες. Η νέα Περιφερειακή Αρχή θα δοκιμαστεί κατά την εφαρμογή ακριβώς του νέου δημοκρατικού προτύπου διακυβέρνησης, κατά τη σύγκρουσή της με τα οργανωμένα μεγάλα και μικρά συμφέροντα που έχουν τα πάντα να κερδίσουν από τη διατήρηση του σημερινού status quo. Ακριβώς αυτό το status quo καλείται να ανατρέψει η νέα Περιφερειακή Αρχή, αποδεικνύοντας στην πράξη την αξιοπιστία ενός σύγχρονου, ρηξικέλευθου, δημοκρατικού λόγου που τείνει στην ανασυγκρότηση της Αττικής στη βάση ενός νέου αναπτυξιακού – παραγωγικού προτύπου. Ενός προτύπου που λαμβάνει υπ’ όψιν του και την ευρωπαϊκή / διεθνή διάσταση της Περιφέρειας.
Μια διάσταση που δεν είναι συμπληρωματική και δευτερεύουσα αλλά αυθύπαρκτη και πρωτεύοντος χαρακτήρα. Η Αττική δεν αποτελεί απομονωμένη νησίδα αλλά κομμάτι των Περιφερειών της Ευρώπης που αντιμετωπίζουν κοινά προβλήματα: περικοπή των δημοσίων δαπανών για ζωτικές ανάγκες, κυριαρχία των χρηματοπιστωτικών αγορών σε βάρος των αναγκών της κοινωνίας, υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Μπροστά μας ανοίγονται πεδία συνεργειών και δράσεων, σε μια ήπειρο που δοκιμάζεται όλο και περισσότερο, καθώς πλήττονται βασικές δομές (παιδείας, υγείας) από τις νεοφιλελεύθερες συνταγές συρρίκνωσης των δημόσιων αγαθών και ιδιωτικοποίησης βασικών δημόσιων υπηρεσιών.
Τα δύο επίπεδα, η νέα, δημοκρατική, ανοικτή, συμμετοχική μέθοδος και το νέο πρότυπο διακυβέρνησης, βρίσκονται αντιμέτωπα με μια κοινή πρόκληση. Το νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας, τον «Καλλικράτη», που στα χέρια μίας κεντρικής εξουσίας όπως η σημερινή, μνημονιακή διακυβέρνηση, στοχεύει στην απαξίωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στην αποξένωσή της από τη γνήσια νομιμοποιητική της βάση, τους πολίτες. Και στη μετατροπή της σε γρανάζι μίας κεντρικής εξουσίας, σε ιμάντα μεταβίβασης, με αδιαφάνεια και συγκεντρωτισμό, των πολιτικών εντολών της λιτότητας. Προς όφελος των ολίγων, σε βάρος των πολλών.
Αυτή η πρόκληση αποτελεί και το κρίσιμο στοίχημα. Ένα στοίχημα επιβίωσης, όχι της νέας Περιφερειακής Αρχής ή ενός πολιτικού χώρου. Αλλά της νέας φιλοσοφίας διακυβέρνησης που έχει ανάγκη η Αττική και οι πολίτες της. Μιας νέας διακυβέρνησης που διεκδικεί Αυτοδιοίκηση και όχι ετεροδιοίκηση. Που διεκδικεί την ουσία και όχι τον τύπο. Που διεκδικεί το μέλλον απέναντι στο παρελθόν. Που διεκδικεί δηλαδή την αξιοπρέπεια, την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη, την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και τη δικαιοσύνη.