Άρθρο στην Εποχή, Κυριακή 23 Νοεμβρίου
«Τα λάικ, τα τουίτς και τα ποσταρίσματα δεν είναι αρκετά». Παρατηρούσα λίγα 24ωρα πριν, από το χώρο του Πολυτεχνείου, το χώρο της θυσίας κατά της χούντας, το 1973, δεκάδων νέων ανθρώπων που είχαν επιλέξει να αντισταθούν κατά της χούντας, πληρώνοντας ακόμη και με την ίδια τους τη ζωή αυτήν τη στάση τους. Είχαν επιλέξει το δρόμο της δράσης. Το δρόμο της εξωστρέφειας. Εκείνον της αλληλεγγύης, του κοινού αγώνα. Έστω κι αν στο τέλος, πλήρωσαν με τη ζωή τους τον αγώνα τους.
Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Χωρίς τούτο να σημαίνει ότι ευθύνονται ειδικά οι νέοι. Απλά αυτοί είναι οι πιο ευαίσθητοι δείκτες της περιρρέουσας κατάστασης. Οι δείκτες που την αποτυπώνουν και που την εκφράζουν. Βιώνουμε σήμερα την περίοδο του ατομικισμού, της απομόνωσης, του «ο καθείς στη γωνιά του».
Ο καθείς από τη γωνία του
Την ίδια ώρα που οι ανισότητες βαθαίνουν. Που το χάσμα μεταξύ των ολίγων που κατέχουν όλο και περισσότερα, διευρύνεται. Την ώρα που ο 21ος αιώνας χαρακτηρίζεται από το πλουσιότερο 5% των ανθρώπων που λαμβάνει το ένα τρίτο του συνόλου του παγκόσμιου εισοδήματος. Την ώρα που οι διαφορές μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων είναι τεράστιες και όσο πάνε θα μεγαλώνουν. Την ώρα που 1.2 δισ. ανθρώπων ζουν με λιγότερο από 1.25 δολάριο την ημέρα, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΗΕ για τη φτώχεια. Την ώρα που διεθνώς αναγνωρισμένοι οικονομολόγοι, όπως ο συγγραφέας του μπεστ σέλερ πλέον «Το κεφάλαιο στον 21ο αιώνα», Τομά Πικετί, που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, υπογραμμίζοντας ότι σε οικονομίες με χαμηλούς δείκτες ανάπτυξης, ο ήδη συσσωρευμένος πλούτος αναπτύσσεται με ρυθμούς ταχύτερους από εκείνους των μισθολογικών αυξήσεων, με αποτέλεσμα όσοι ήδη ευημερούν να αφήνουν πίσω εκείνους που επιθυμούν να δημιουργήσουν νέο πλούτο. Τούτη την περίοδο που το κεφάλαιο πλέει ελεύθερα στον παγκόσμιο «χώρο των ροών» (κατά τον Μανουέλ Καστέλ), αναζητώντας, ωσάν σαρκοβόρο, χώρες με χαμηλό κόστος εργασίας και αναιμική εργασιακή νομοθεσία, χώρες δηλαδή απουσίας κρατικής προστασίας, χώρες πλήρους απορρύθμισης, προκειμένου να τις απομυζήσουν, αυτές και τους εργαζόμενούς τους, τούτη την περίοδο λοιπόν βιώνουμε τις μορφές μιας εξατομικευμένης επικοινωνίας, που οδηγεί συνήθως στην αδράνεια. Ο καθείς από τη γωνιά του μπορεί να «συνομιλεί», να «κάνει φίλους», να τσακώνεται, να εκφράζει τη συμπαράστασή του, να χωρίζει, να αγαπιέται, κοκ. Όλα αυτά διαδικτυακά.
Δεν είναι εύκολος δρόμος
Είναι όμως αρκετά; Και ναι και όχι. «Όχι», στο βαθμό που επικυρώνουν ένα νέο είδος αναχωρητισμού. Αποξένωσης. Απομάκρυνσης από τα κοινά. Μικρά ή μεγάλα, δεν έχει σημασία.
«Ναι», στο βαθμό που τροφοδοτούν μια συστηματική αντιρρητικότητα1, η οποία θα σηματοδοτήσει το πέρασμα στη δράση. Στην εξωστρέφεια. Στην ανάληψη πρωτοβουλίας αγώνα. Στους δρόμους και όχι μπροστά σε μια οθόνη. Με άλλα λόγια, αν η οθόνη καταφέρει να λειτουργήσει ως η αφορμή για ένα βήμα στην κατεύθυνση των κάθε είδους διεκδικήσεων. Διεκδικήσεων για κάθε τι που μπορεί να αλλάξει την καθημερινότητά μας. Τότε τα τουίτ και τα ποσταρίσματα αποκτούν περιεχόμενο: συνδέονται με στόχους δράσης. Όταν δεν μένουν δηλαδή κύμβαλα αλαλάζοντα, όπως άλλωστε φάνηκε, έστω και για λίγο, με τα κινήματα των πλατειών, στις δύο όχθες του Ατλαντικού, πριν από δύο χρόνια.
Δεν είναι εύκολος αυτός ο δρόμος. Έχει όμως μακρά παράδοση και αποτελεί κυριολεκτικά… μονόδρομο.
* Η Ρένα Δούρου είναι Περιφερειάρχης Αττικής.
Σημείωση
1. αντιρρητικότητα: όπως χρησιμοποιεί τον όρο ο Tony Judt στο βιβλίο του «Τα δεινά που μαστίζουν τη χώρα» (Αλεξάνδρεια, 2012).