Το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής, στη σημερινή του συνεδρίαση, κατά πλειοψηφία αποφάσισε ότι η κατάθεση του Σχεδίου Νόμου Κλεισθένης Ι «ανοίγει εκ των πραγμάτων μια συζήτηση που ως βάση μπορεί και πρέπει να έχει μόνο τις ανάγκες τις Αυτοδιοίκησης, η κάλυψη των οποίων περνάει μέσα από την ικανοποίηση των κατατεθειμένων σκέψεων και προτάσεων».
Ακολουθεί το πλήρες Ψήφισμα του ΠΕ.ΣΥ:
«Το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής στη Συνεδρίαση του στις 10.05.2018 συζήτησε το υπό διαβούλευση Νομοσχέδιο του Υπουργείου Εσωτερικών «Μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης – Εμβάθυνση της Δημοκρατίας – Ενίσχυση της Συμμετοχής – Βελτίωση της οικονομικής και αναπτυξιακής λειτουργίας των ΟΤΑ [Πρόγραμμα «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ 1»].
Το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής σημειώνει τα παρακάτω:
Το Σχέδιο Νόμου για την Αυτοδιοίκηση που δόθηκε για διαβούλευση, επιχειρεί να παρέμβει στο υπάρχον προβληματικό θεσμικό πλαίσιο του Καλλικράτη. Ένα πλαίσιο που δεν έλυσε αλλά πρόσθεσε καινούργια προβλήματα στον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Παρ’ όλα αυτά, το εύρος των επιχειρούμενων αλλαγών δεν είναι τέτοιο που να διαμορφώνει ένα νέο ριζικά αναθεωρημένο θεσμικό πλαίσιο ώστε να απαντάει στις ανάγκες της κοινωνίας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ενώ δεν ανατρέπει το υφιστάμενο μοντέλο των μονοπρόσωπων εκπροσωπήσεων.
Την ίδια στιγμή εισάγει την απλή αναλογική που ακόμη και σε αυτή της τη μορφή, αποτελεί δημοκρατική τομή κόντρα στο υφιστάμενο πλειοψηφικό σύστημα που φαλκιδεύει τη λαϊκή ψήφο.
Ως Περιφερειακό Συμβούλιο θεωρούμε ότι η κοινή αντιμετώπιση των 2 βαθμών Αυτοδιοίκησης δεν λαμβάνει υπόψη της, τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες του κάθε βαθμού.
Τα κεντρικά στοιχεία μιας μεταρρύθμισης που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, θα πρέπει να:
1. Εξασφαλίζουν θεσμικά τη διάκριση των σχέσεων μεταξύ κρατικού και τοπικού/αυτοδιοικητικού, προωθώντας παράλληλα τις αναγκαίες αλλαγές μέσω της Συνταγματικής αναθεώρησης.
2. Οδηγούν στην κατάργηση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων της στην Αυτοδιοίκηση, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας.
3. Δρομολογούν την κατάργηση του Παρατηρητηρίου Οικονομικής Αυτοτέλειας, του οποίου η δομή και οι αρμοδιότητες έχουν μονόπλευρη και παρεμβατική λειτουργία και στοχεύουν στην επιτροπεία των Περιφερειών.
4. Προωθούν την αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και την ενίσχυση των Περιφερειών με πόρους και προσωπικό, κατ’ εφαρμογή και των Συνταγματικών προβλέψεων.
5. Επιλύουν τα γραφειοκρατικά προβλήματα των Περιφερειών, την αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων και θέματα που αφορούν την οικονομική τους αυτοτέλεια.
6. Ενισχύουν την ενδοπεριφερειακή αποκέντρωση μεταξύ άλλων με τη θέσπιση διαδικασίας εκλογής των χωρικών αντιπεριφερειαρχών.
7. Επιτρέπουν την αντιμετώπιση των νέων κοινωνικών αναγκών (ανθρωπιστική κρίση, προσφυγικό κ.α.), και την αξιοποίηση των σύγχρονων αναπτυξιακών εργαλείων (τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών).
8. Εξειδικεύουν περαιτέρω τις Μητροπολιτικές λειτουργίες σε ό,τι αφορά στη θεσμική τους υπόσταση και το περιεχόμενο και τη βαρύτητα αυτής της έννοιας στην άσκηση πολιτικής. Σημαντικό ρόλο σε αυτό μπορεί να παίξει η αναθεώρηση του άρθρου 102 του Συντάγματος, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει την καθιέρωση Μητροπολιτικών Αυτοδιοικητικών θεσμών στα μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα της Αττικής και της Θεσσαλονίκης.
9. Αντιμετωπίζουν τις πιεστικές ανάγκες του χωροταξικού ζητήματος που αφορούν τον Α΄ Βαθμό Αυτοδιοίκησης.
Θεωρούμε ότι η Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να λειτουργήσει ως ένας πυλώνας λαϊκής εξουσίας και συμμετοχής των πολιτών.
Η υποτίμηση του θεσμού της Αυτοδιοίκησης που υπάρχει όχι αδικαιολόγητα, εξαιτίας φαινομένων μεταφοράς του κεντρικού πολιτικού σκηνικού στα τοπικά πράγματα, θα έχει ως φυσικό αποτέλεσμα το τέλος ενός δυνάμει λαϊκού θεσμού.
Δυστυχώς, σε αυτήν την κατεύθυνση κινούνται και οι ηγεσίες των συλλογικών της οργάνων (ΚΕΔΕ – ΕΝΠΕ), που αρνούνται πεισματικά να συνεισφέρουν στη δημόσια συζήτηση με ουσιαστικές και πολιτικές προτάσεις για έναν νέο Αυτοδιοικητικό Νόμο-Πλαίσιο. Αμφότερες έχουν επιδοθεί σε μία κεντρικοπολιτικού και μικροκομματικού ή μικροπαραταξιακού χαρακτήρα αντιπαράθεση γύρω από το εκλογικό σύστημα και δεν αρθρώνουν ούτε λέξη για όλα τα υπόλοιπα μείζονα ζητήματα της Αυτοδιοίκησης που δεν περιλαμβάνονται στο Νομοσχέδιο.
Εν κατακλείδι, το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής θεωρεί πως η κατάθεση του Σχεδίου Νόμου ανοίγει εκ των πραγμάτων μια συζήτηση που ως βάση μπορεί και πρέπει να έχει μόνο τις ανάγκες τις Αυτοδιοίκησης, η κάλυψη των οποίων περνάει μέσα από την ικανοποίηση των ανωτέρω κατατεθειμένων σκέψεων και προτάσεων».