Της Ρένας Δούρου
Το ζήτημα των κοινωνικών συμμαχιών και του ρόλου των κινημάτων για τη διαμόρφωση ενός προοδευτικού μετώπου, είναι ένα καίριο και επίκαιρο θέμα.
Θέτει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων. Αναζητά απαντήσεις στο αίτημα δημιουργίας ενός διευρυμένου προοδευτικού μετώπου, εκείνου που στο παρελθόν έδωσε τους αγώνες του λαού μας για εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία. Σήμερα η ανάγκη ξανά το καλεί να ανοίξει μια νέα σελίδα τόσο για την πατρίδα μας όσο και για την Ευρώπη.
Ειδικά στη σημερινή συγκυρία, κατά την οποία βλέπουμε να κυριαρχούν σε αρκετές χώρες της ΕΕ τάσεις και κινήματα ακροδεξιού λαϊκισμού – είτε πρόκειται για το μεταναστευτικό – προσφυγικό φαινόμενο είτε για οικονομικές πολιτικές νεοφιλελεύθερης έμπνευσης. Δεν είναι τυχαίο ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ, φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού και καλπάζουσας φτωχοποίησης αυξάνονται ραγδαία σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία, η Βρετανία σήμερα.
Απέναντι σε αυτή την καταστροφική πραγματικότητα οι δυνάμεις που δεν αποδέχονται την “ορθοδοξία” του νεοφιλελευθερισμού, που δεν παρασύρονται από τις σειρήνες του λαϊκισμού, εκείνες που κάποτε ονομάζαμε – και ας μου επιτραπεί στο σημείο αυτό, η σκωπτικά νοσταλγική και νοσταλγικά σκωπτική διάθεση -, “της Αριστεράς και της Προόδου”, καλούνται να οικοδομήσουν ένα εναλλακτικό πρόγραμμα με σαφές κοινωνικό πρόσημο.
Πρόσημο βασισμένο στη θεμελιακή εννοιολογική αντίθεση Αριστεράς – Δεξιάς, στο πρόταγμα της ισότητας, που ο Νορμπέρτο Μπόμπιο έχει χαρακτηρίσει “πολικό αστέρα” της Αριστεράς. Κάτι που συνεπάγεται την προώθηση των κοινωνικών δικαιωμάτων, του δικαιώματος στην υγεία, την παιδεία, την εργασία και άλλα. Μια υπόθεση συλλογική κινημάτων διεκδικητικών και πολύμορφων, που μπορούν και οφείλουν να συναντηθούν στο κοινό τους αξιακό πλαίσιο για να συλλειτουργήσουν ως χρήσιμες πυξίδες σε μια περίοδο πολιτικής σύγχυσης και απαξίωσης της ίδιας της έννοιας της πολιτικής πράξης και ενασχόλησης.
Περίοδο κατά την οποία όλες οι πολιτικές δυνάμεις που συνομολογούν την ανάγκη αλλαγής ρότας, οφείλουν να πράξουν αναλόγως προκειμένου να δημιουργηθεί εκείνη η νέα, απελευθερωτική πολιτική κουλτούρα, που μπορεί να κινητοποιήσει υγιείς παραγωγικές δυνάμεις, στη βάση της Δημοκρατίας, της Ισότητας, της Ελευθερίας, της Αλληλεγγύης, της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Για αυτό και απαιτείται η οικοδόμηση οργανικών σχέσεων με τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών στο πλαίσιο ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου – αντίδοτο στον καλπάζοντα φασίζοντα λαϊκισμό και τον πολιτικό και πολιτιστικό εκβαρβαρισμό, μορφές του οποίου βιώνουμε καθημερινά, με τελευταία τραγική έκφραση εκείνη της εν ψυχρώ δολοφονίας δια λυντσαρίσματος, του Ζακ Κωστόπουλου.
Για αυτό και η μέχρι σήμερα εμπειρία επιβάλλει να αποφευχθεί ένας γνωστός σκόπελος – το έλλειμμα αξιοπιστίας. Και για να καταστούν αξιόπιστοι οι εταίροι ενός τέτοιου “κοινωνικού συμβολαίου”, και κυρίως οι δυνάμεις εκείνες που αναφέρονται στη σοσιαλδημοκρατία, οφείλουν να κάνουν την αυτοκριτική τους σε σχέση με την χρόνια ιδεολογική συμπόρευσή τους με τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού.
Η κρίση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας είναι τόσο βαθιά
– όπως άλλωστε το μαρτυρούν τα εκλογικά αποτελέσματα των κομμάτων της σε παραδοσιακά της προπύργια όπως είναι η Γαλλία, η Αυστρία ή η Σουηδία-, που δεν απαλείφεται απλά με μία προεκλογική διακήρυξη.
Απαιτούνται βαθιές, δομικές και προγραμματικές αλλαγές, μέσα από διαβουλεύσεις με την κοινωνία, με τα κινήματα, με τους πολίτες. Χωρίς υπεροψία.
Αλλά παράλληλα τούτη τη φορά, ακριβώς για λόγους αξιοπιστίας του εγχειρήματος, για λόγους πολιτικής εντιμότητας, οφείλουμε κι εμείς, από τη δική μας πλευρά να ανιχνεύσουμε ευθύνες και υποχρεώσεις.
Ευθύνες και υποχρεώσεις που πηγάζουν από την τριγωνική σχέση κυβέρνησης – κόμματος – κοινωνίας, όπως αυτή εγγράφεται στη σημερινή πραγματικότητα της χώρας μας και της Ευρώπης.
Μια πραγματικότητα τόσο πρωτόγνωρη και τόσο ιδιαίτερη καθώς καθορίζεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συμμαχίας ενός αριστερού κόμματος, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ με ένα κόμμα με τα χαρακτηριστικά των Ανεξαρτήτων Ελλήνων.
Μια συγκυβέρνηση ξεχωριστή, ακόμη και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, για την οποία δεν υπάρχουν «Οδηγίες Χρήσεως», καθώς αυτή εξελίσσεται σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον όπου κυριαρχούν δεξιά, νεοδεξιά, συντηρητικά κόμματα, που σε αρκετές περιπτώσεις έχουν υιοθετήσει ακροδεξιές ατζέντες.
Και αν στο παρελθόν στη χώρα μας, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στην Ευρώπη, οι σχέσεις Σοσιαλδημοκρατίας – Αριστεράς δεν είχαν καταλάβει ιδιαίτερη θέση στο δημόσιο διάλογο, κυρίως λόγω της συντριπτικής ηγεμονίας τότε του ΠΑΣΟΚ, πλέον σήμερα ο νέος συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ των δύο, επιβάλλει μια νέα ανατομία, μια νέα ανάλυση. Μια νέα κατανομή ρόλων και ανάληψη ευθυνών ένθεν κακείθεν. Ας είμαστε λοιπόν έτοιμοι να αναλάβουμε το δικό μας κομμάτι ευθύνης.
Σε ό,τι αφορά το χώρο της κεντροαριστεράς, η συμπόρευση με τη ΝΔ τα πέτρινα χρόνια των πρώτων μνημονίων, του ΠΑΣΟΚ, αλλά και η εμμονή της σημερινής ηγεσίας του Κινήματος Αλλαγής στην ταύτιση με τη ΝΔ, δείχνουν ότι δεν έχουν γίνει αντιληπτά ούτε η σημασία της παρούσας συγκυρίας,ούτε το διακύβευμα του μέλλοντος.
Πολλώ δε μάλλον που πέρα από την απόσπαση μερικών βουλευτικών εδρών και υπουργικών θώκων, η ελληνική σοσιαλδημοκρατία, αλλά όχι μόνο αυτή, για να είμαστε δίκαιοι, δείχνει να μην έχει διόλου αντιληφθεί ότι η αδυναμία της να ανταποκριθεί στα σημερινά αιτήματα κοινωνικής συνοχής και δικαιοσύνης και στην ανάγκη ενός νέου τύπου δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην όποια προσπάθεια να γυρίσει ο τόπος σελίδα.
Δεν είναι άλλωστε τυχαία και η χρήση του όρου “κεντροαριστερά” που παραπέμπει περισσότερο σε μια χωροταξική προσέγγιση της πολιτικής, στο πλαίσιο “ίσων αποστάσεων” από τους δύο πόλους, Αριστεράς και Δεξιάς, και όχι στη βάση προγραμματικών προταγμάτων.
Η οικοδόμηση μιας πολιτικής κουλτούρας κοινωνικών συμμαχιών και η συνάρθρωσή της με τα κινήματα, στο πλαίσιο μιας σχέσης γόνιμης αλληλεπίδρασης, δεν αποτελεί κάποιου είδους “πολυτέλεια” αλλά επιτακτική ανάγκη όσμωσης νέων και παλιών κοινωνικών δυνάμεων, με διαφορετικές μεν ιδεολογικές καταβολές, που όμως σήμερα κάνουν την πολιτική επιλογή συμπόρευσης σε ένα δημοκρατικό, προοδευτικό μέτωπο:
της απόρριψης, της αντίστασης, της αναγέννησης.
Απόρριψης του αγκυλώσεων του παρελθόντος, απόρριψης της νεοφιλελεύθερης τάξης.
Αντίστασης στον ακροδεξιό εθνικισμό και τον λαϊκισμό που υποδαυλίζουν φασιστικές πρακτικές.
Αναγέννησης ενός προγράμματος με σαφές κοινωνικό πρόσημο, με δικαιοσύνη, αλληλεγγύη και κοινωνική συνοχή.
Η πορεία αυτή δεν είναι ούτε εύκολη ούτε αυτονόητη. Είναι όμως αυτή που επιβάλλει η σημερινή συγκυρία. Στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Απέναντι στη διπλή απειλή του νεοφιλελευθερισμού και της ακροδεξιάς.
Είναι η πορεία της επανανοηματοδότησης της ταυτότητας της Αριστεράς. Οι δυνάμεις της Αριστεράς έχουν, έχουμε την ηθική υποχρέωση να κερδίσουμε το στοίχημα της οικοδόμησης οργανικών σχέσεων, μέσω των κοινωνικών συμμαχιών και στη βάση της εμπειρίας και της συμβολής των κινημάτων, με τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, για έναν νέο, προοδευτικό πολιτικό λόγο, για έναν νέο, προοδευτικό πολιτικό πόλο, για μια νέα ελπίδα και προοπτική. Για μια νέα δυναμική, που έρχεται από μακριά, αρδεύοντας τους νέους δημοκρατικούς αγώνες, εκείνους που μπολιάζουν το παρόν, καθορίζουν ή πρέπει να καθορίζουν το μέλλον, μας δείχνουν το δρόμο και μας εγκαλούν.