Ο πλανήτης εκπέμπει σήμα κινδύνου καθιστώντας την υπόθεση της κλιματικής αλλαγής, κρίση που επιβάλλει σε κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμούς, κοινωνία των πολιτών, άμεση δράση. Ωστόσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων αν και “οφείλει, όχι στην Αξιωματική Αντιπολίτευση, αλλά στους νέους της πατρίδας μας, να αντιμετωπίσει τις ριζικές, συχνά δραματικές, αλλαγές, απότοκες της κλιματικής κρίσης, από τον Έβρο ως την Κρήτη, από τη Ζάκυνθο ως τη Σάμο, ως πολυπαραγοντικό φαινόμενο που αγγίζει όλες τις πτυχές τόσο της κεντρικής όσο και της περιφερειακής διακυβέρνησης”. Αυτό παρατηρεί μεταξύ άλλων σε άρθρο της στη σημερινή Kontra News η Ρένα Δούρου, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, υπεύθυνη Κλιματικής Κρίσης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
“Δυστυχώς οι μέχρι σήμερα “επιδόσεις” της κυβέρνησης δεν προκαλούν καμία αισιοδοξία. Το ακριβώς αντίθετο ισχύει. Η περίπτωση του Κλιματικού Νόμου είναι αποκαλυπτική. Ούτε πρόταση, ούτε χρονοδιάγραμμα, ούτε μεθοδολογία από την κυβέρνηση. Κανένα πολιτικό σχέδιο”.
“Η ευθύνη είναι ιστορική, μας αφορά όλους και όλες, για να αλλάξουμε το σύστημα και όχι το κλίμα, για να προχωρήσουμε μέσα από τη δίκαιη πράσινη μετάβαση, σε ένα νέο, βιώσιμο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο, με τη συμμετοχή των πολιτών, με περισσότερη Δημοκρατία” υπογραμμίζει η ίδια.
Το άρθρο της Ρένας Δούρου στην Kontra News της Κυριακής
Η υπόθεση της κλιματικής κρίσης πλέον, και όχι “αλλαγής”, γιατί όλη η επιστημονική κοινότητα παγκοσμίως, με πρώτη τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή, εκπέμπει σήμα κινδύνου για τον πλανήτη, συγκαταλέγεται στα ζητήματα που επιβάλλουν σε κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμούς, κοινωνία των πολιτών, άμεση δράση.
Η πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Καταγραφής της Οικολογικής Απειλής είναι αποκαλυπτική. 2.1 δις άνθρωποι, περίπου το 25% του παγκόσμιου πληθυσμού θα υποστούν τις συνέπειες των οικολογικών απειλών από σήμερα ως το 2050. Για τα επόμενα 30 χρόνια, η Έκθεση προβλέπει ότι 141 χώρες θα εκτεθούν σε τουλάχιστον μία οικολογική απειλή που σχετίζεται με τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης, όπως φυσικές καταστροφές, διατροφική ανασφάλεια, λειψυδρία, ξηρασίες, κ.α.. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, ακόμη και περιοχές που χαρακτηρίζονται από υψηλή ανθεκτικότητα, όπως η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική, δεν βρίσκονται στο απυρόβλητο των οικολογικών απειλών, όπως οι μεταναστευτικές / προσφυγικές ροές. Περίπου δύο εκατομμύρια άτομα είχαν καταφύγει στην Ευρώπη στο πλαίσιο της κρίσης που ξέσπασε μετά από τις ένοπλες συρράξεις στη Συρία και το Ιράκ. “Οι οικολογικές απειλές και η κλιματική κρίση δημιουργούν σοβαρές προκλήσεις στην παγκόσμια ειρήνη. Στη διάρκεια των επόμενων 30 ετών, η ανεπαρκής πρόσβαση σε τροφή και νερό, θα αυξάνεται αν η διεθνής κοινότητα δεν προχωρήσει άμεσα σε συνεργασία. Αν δεν υπάρξουν μέτρα, είναι πολύ πιθανόν να αυξηθούν οι συγκρούσεις, οι εξεγέρσεις. Ο Covid-19 ήδη αποκάλυψε τα κενά στην παγκόσμια διατροφική αλυσίδα”, σχολίασε ο Στηβ Κιλελέα, ιδρυτής και Εκτελεστικός Πρόεδρος ενός διεθνούς think tank, του Ινστιτούτου για την Οικονομία και την Ειρήνη.
Και βέβαια δεν είναι τυχαίο, σε επίπεδο ιεράρχησης των προτεραιοτήτων της διεθνούς πολιτικής, ότι δύο πρώην Υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ, σε άρθρο τους στο Foreign Affairs, πέρσι τον Απρίλιο, είχαν ταχθεί υπέρ της ανάγκης οι ΗΠΑ να ηγηθούν της κλιματικής πολιτικής, τονίζοντας ότι πέρα από τους περιβαλλοντικούς λόγους, αυτό επιβάλλεται για οικονομικούς, γεωπολιτικούς και λόγους εθνικής ασφάλειας. Ό,τι ακριβώς κάνουν σήμερα ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν και ο ειδικός απεσταλμένος του για το κλίμα, Τζων Κέρι.
Πώς μεταφράζονται αυτά για τη χώρα μας;
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη οφείλει, όχι στην Αξιωματική Αντιπολίτευση, αλλά στους νέους της πατρίδας μας, να αντιμετωπίσει τις ριζικές, συχνά δραματικές, αλλαγές, απότοκες της κλιματικής κρίσης, από τον Έβρο ως την Κρήτη, από τη Ζάκυνθο ως τη Σάμο, ως πολυπαραγοντικό φαινόμενο που αγγίζει όλες τις πτυχές τόσο της κεντρικής όσο και της περιφερειακής διακυβέρνησης. Και στο πλαίσιο αυτό, να ενισχύσει με κατάλληλες αρμοδιότητες και επαρκείς πόρους στην Τοπική Αυτοδιοίκηση προκειμένου να διαδραματίσει την αποστολή που της αναλογεί στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης – δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πλέον η κλιματική πολιτική αποτελεί μία από τις προτεραιότητες που το Κογκρέσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης καλεί τις χώρες μέλη του να υλοποιήσουν. Αυτή την υποχρέωση έχει άλλωστε η Ελλάδα και στο πλαίσιο των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ, της ατζέντας 2030 καθώς και της νέας νέας Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ.
Δυστυχώς οι μέχρι σήμερα “επιδόσεις” της κυβέρνησης δεν προκαλούν καμία αισιοδοξία. Το ακριβώς αντίθετο ισχύει. Η περίπτωση του Κλιματικού Νόμου είναι αποκαλυπτική. Ούτε πρόταση, ούτε χρονοδιάγραμμα, ούτε μεθοδολογία από την κυβέρνηση. Κανένα πολιτικό σχέδιο. Μόνο μια γενικόλογη τοποθέτηση του Πρωθυπουργού στη συζήτηση στη Βουλή, τον Μάιο. Όμως το κλιματικό διακύβευμα είναι πάρα πολύ σημαντικό για να αποτελεί άλλο ένα “βέλος” στην κομματική φαρέτρα της κυβέρνησης. Η ευθύνη είναι ιστορική, μας αφορά όλους και όλες, για να αλλάξουμε το σύστημα και όχι το κλίμα, για να προχωρήσουμε μέσα από τη δίκαιη πράσινη μετάβαση, σε ένα νέο, βιώσιμο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο, με τη συμμετοχή των πολιτών, με περισσότερη Δημοκρατία.