“Ηβιοποικιλότητα είναι η βάση της ζωής στον πλανήτη μας, όμως την υπονομεύουμε με ρυθμούς που βλάπτουν τα οικοσυστήματά μας, αυτά ακριβώς που μας προσφέρουν τροφή, νερό και καθαρό αέρα. Το γεγονός αυτό μπορεί να προκαλέσει σημαντικές απειλές στην οικονομική, χρηματοπιστωτική και κοινωνική σταθερότητα”. Τα λόγια αυτά δεν ανήκουν σε κάποιο εκπρόσωπο οικολογικής ΜΚΟ αλλά στον πρόεδρο του Δικτύου των Κεντρικών Τραπεζών και Επιτηρητών για το Πρασίνισμα του Χρηματοπιστωτικού Συστήματος Ραβί Μενόν, που σχολίασε πρόσφατη έκθεση του Δικτύου που θέτει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων. Η καταστροφή της φύσης στοιχίζει ακριβά.
Και οι Κεντρικές Τράπεζες υποτιμούν τη σοβαρή απειλή που συνιστά η απώλεια της βιοποικιλότητας και του πλούτου της, από τον οποίο εξαρτώνται επιχειρήσεις και χρηματοπιστωτικοί θεσμοί. Διαπίστωση με βαρύνουσα σημασία, καθώς στην εκπόνηση της έρευνας συνέβαλαν οι ίδιες οι Κεντρικές Τράπεζες! Εξ οικείων τα βέλη… Η δημοσιοποίησή της (στις 24 Μαρτίου) έγινε την ώρα που βάλτωναν στη Γενεύη οι διαπραγματεύσεις 196 χωρών για κοινό κείμενο ενόψει της 15ης Παγκόσμιας Διάσκεψης για τη Βιοποικιλότητα που θα διεξαχθεί στην Κίνα στα τέλη Αυγούστου. Το διακύβευμα είναι κρίσιμο, καθώς αφορά τον οδικό χάρτη κατά της απώλειας βιοποικιλότητας, που καλπάζει με πρωτόγνωρους ρυθμούς – πάνω από ένα εκατομμύριο είδη απειλούνται με εξαφάνιση. Ωστόσο, παρά τον τεκμηριωμένο επείγοντα χαρακτήρα της κρίσης, οι διαπραγματεύσεις σκόνταψαν στα θέματα χρηματοδότησης, προκαλώντας μεγάλες ανησυχίες. Οι εκκρεμότητες παραπέμφθηκαν σε νέα συνάντηση, στα τέλη Ιουνίου, αλλά οι οιωνοί δεν είναι καλοί.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Έκθεση του Δικτύου των Κεντρικών Τραπεζών υπογραμμίζει τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει το χρηματοπιστωτικό σύστημα στη φύση, μέσα από τις επιλογές δανείων, επενδύσεων και ασφαλειών. Σημειώνει την εξάρτηση των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών συστημάτων σε σχέση με λειτουργικά και υγιή οικοσυστήματα. Το παράδειγμα των αγροτικών αποδόσεων, που απειλούνται από τη μείωση των πληθυσμών των επικονιαστών (μελισσών, πεταλούδων κ.ά.), λόγω της εξαφάνισης των ενδιαιτημάτων τους, του φυσικού δηλαδή περιβάλλοντος όπου ζουν και αναπαράγονται, και εξαιτίας των εντομοκτόνων, λέει πολλά. Η στάση των τραπεζών απέναντι στα οικοσυστήματα μπορεί λοιπόν να είναι καθοριστικής σημασίας. Η Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης εκτιμά έτσι ότι πολιτικές κατά του κινδύνου να μετατραπεί σε σαβάνα ο Αμαζόνιος (κατά των αποψιλώσεων, υπέρ βιώσιμης γεωργίας κ.ά.) μπορεί να δημιουργήσουν επιπλέον πλούτο της τάξης των 340 δισ.!
Παραδείγματα που αποδεικνύουν τη μεγάλη πρόκληση που συνιστά η μετάβαση προς μια παγκόσμια οικονομία που να προστατεύει τη φύση. Είναι έτσι σημαντικό το αποτύπωμα των πολιτικών των επιχειρήσεων και των χρηματοπιστωτικών θεσμών που “σε μεγάλο βαθμό δεν εναρμονίζονται με ένα υγιές οικοσύστημα”, τονίζει το κείμενο, που καλεί τις Κεντρικές Τράπεζες να επεξεργαστούν μια συντονισμένη προσέγγιση – απάντηση στην παγκόσμια κρίση της βιοποικιλότητας. “Η αδράνεια είναι επίσης μια επιλογή”, είπε ο Νικ Ρόμπινς, καθηγητής στο London School of Economics, ένας από τους επικεφαλής συντάκτες της Έκθεσης, θυμίζοντας ότι “η απώλεια της βιοποικιλότητας είναι απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα”. Με άλλα λόγια, ο σεβασμός στη φύση μπορεί να δημιουργήσει πλούτο, κέρδη αλλά και… υποχρεώσεις στις Κεντρικές Τράπεζες.
* Η Ρένα Δούρου είναι μέλος της Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ., εκπρόσωπος για θέματα Κλιματικής Αλλαγής