Πριν από δύο χρόνια, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας είχε ταράξει τα νερά με μια σημαντική έκθεση με τίτλο «Μηδενικές εκπομπές: Οδικός χάρτης για τον παγκόσμιο ενεργειακό τομέα». Στη βάση τεκμηριωμένων αναλύσεων, η έκθεση τόνιζε ότι για την επίτευξη του στόχου των καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα ως το 2050 δεν πρέπει να εξορυχθούν νέο πετρέλαιο, φυσικό αέριο ή άνθρακας. Και παρατηρούσε ότι για να συγκρατηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας στον 1,5 βαθμό Κελσίου, το 90% των αποθεμάτων άνθρακα και το 60% πετρελαίου και φυσικού αερίου πρέπει να μην εξορυχθούν. Πριν από λίγες μέρες, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας επικαιροποίησε αυτή την έκθεση δίνοντας στη δημοσιότητα νέα, σημαντική μελέτη, με τίτλο «Παγκόσμιος οδικός χάρτης για να παραμείνει ρεαλιστικός ο στόχος του 1,5 βαθμού Κελσίου».
«Ο αγώνας για την αλλαγή του παγκόσμιου συστήματος ενέργειας στη βάση του στόχου του 1,5 βαθμού Κελσίου δεν ήταν ποτέ τόσο επίκαιρος όσο είναι σήμερα. Ο Αύγουστος του 2023 ήταν ο πιο θερμός που έχει ποτέ καταγραφεί και ο θερμότερος μετά τον Ιούλιο του 2023. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής είναι συχνότερες και σοβαρότερες, ενώ οι επιστημονικές προειδοποιήσεις για τους κινδύνους της σημερινής πορείας, πιο έντονες από ποτέ άλλοτε». «Απέναντι στην πανδημία και στην παγκόσμια ενεργειακή κρίση που προκάλεσε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι κυβερνήσεις σε όλον τον κόσμο ανακοίνωσαν σειρά μέτρων για την προώθηση της χρήσης πολλών τεχνολογιών καθαρής ενέργειας. Η βιομηχανία εντείνει τις προσπάθειές της για την προσφορά πολλών τέτοιων τεχνολογιών. Αν υλοποιηθούν, οι επεκτάσεις των φωτοβολταϊκών συστημάτων και μπαταριών θα αρκούν για να καλύψουν τη ζήτηση ως το 2030 στο πλαίσιο αυτού του επικαιροποιημένου σεναρίου για μηδενικές εκπομπές άνθρακα». Η έκθεση σημειώνει ότι ο πλανήτης οφείλει να μειώσει την παγκόσμια ζήτηση ορυκτών καυσίμων κατά ένα τέταρτο ως το 2030. Μεταξύ των άλλων δε, προτείνει τον τριπλασιασμό παγκοσμίως της ισχύος των ΑΠΕ σε 11.000 γιγαβάτ ως το 2030, γεγονός που εξασφαλίζει «τις μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών για το 2030 σύμφωνα με το σενάριο των μηδενικών εκπομπών». Παράλληλα, στην επικαιροποιημένη έκθεσή του, ο Οργανισμός υπολογίζει μεταξύ 80 και 100 δισ. δολάρια ετησίως το ποσό για τη χρηματοδότηση πράσινων προγραμμάτων σε χώρες χαμηλών εισοδημάτων μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2030. Υπογραμμίζει ότι ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί είναι μακρύς, κυρίως σε θέματα υποδομών. Γι’ αυτό και η έκθεση προτείνει να επενδύσει ο πλανήτης περίπου 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια στην ενεργειακή μετάβαση ως τις αρχές της δεκαετίας του 2030.
Ωστόσο, η αίσθηση σήμερα είναι ότι ο πλανήτης απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού. Ο δημοσιογράφος του Bloomberg και συγγραφέας Ξαβιέ Μπλας εκφράζει αυτή την απαισιοδοξία. «Ο στόχος του 2030 είναι ανέφικτος, απλά και καθαρά. Και πιστεύω ότι όλοι το γνωρίζουν, συμπεριλαμβανομένου και του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας. Ακόμη και στην κορύφωση της πανδημίας, με δισεκατομμύρια άτομα στα σπίτια τους και με το παγκόσμιο ΑΕΠ σε ελεύθερη πτώση, η ζήτηση για πετρέλαιο δεν είχε πέσει αρκετά» έγραψε. Πιο αναλυτική, αλλά το ίδιο απαισιόδοξη και η συγγραφέας του βιβλίου «Ο αγώνας για το κλίμα μετά την πανδημία» Άλις Χιλ, που σε άρθρο της στο Foreign Affairs παρατηρεί ότι η «εποχή της κλιματικής καταστροφής είναι εδώ», υπογραμμίζοντας την ανάγκη προετοιμασίας για ένα μέλλον με ακραία καιρικά φαινόμενα.